Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2020

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΟΥΜΑΝΙΣΜΟΣ

 


Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ

ΓΙΑ ΤΟ ΣΗΜΕΡΑ 

ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ


του Κων/νου Γ. Παπαγεωργίου

θεολόγου



Ορθοδοξία είναι η ¨ορθή δόξα ” περί του θεού, ο οποίος έχει γνωρισθεί “εν Χριστώ”, και φανερούται στον κόσμο δια των ενεργειών Του. Η “ορθή δόξα” δεν μπορεί παρά να προέρχεται από τη φώτιση του Αγίου Πνεύματος, που καθοδηγει “εις πάσαν την αλήθειαν”, κατά τον αψευδή λόγο του Κυρίου. Συνεπώς ορθοδοξεί κανείς , όχι απλώς αναγινώσκοντας και αποστηθίζοντας τας Γραφάς, αποκτώντας “ψιλήν γνώσιν” του περιεχομένου τους, αλλά πρωταρχικά βιώνοντας το γεγονός “εκκλησία”, ήτοι βιώνοντας “εν Αγίω Πνεύματι” τον λόγο των Γραφών. Τότε και μόνον διανοίγονται οι νοεροί οφθαλμοί του και φθάνει στην παρουσία του Κυρίου, με την άμεση αίσθηση, την πείρα της κοινωνίας μετά του εν Τριάδι θεού.


Η αίρεση συνιστά διαστροφή της δοθείσης Αποκαλύψεως και είναι προϊόν του ανθρωπίνου λόγου, του εργαζομένου μόνο με τη διάνοια και αναπαραγομένου με στειρότητα, ελλείψει αισθήσεως του μυστηρίου.. Ολοι ανεξαιρέτως οι αιρετικοί ζητούσαν να ερμηνεύσουν το υπερφυές δόγμα της Τριάδος και των ενδοτριαδικών σχέσεων, με τρόπο διαλεκτικό – φιλοσοφικό. Ασφαλώς τους έλειπε ο σεβασμός του μυστηρίου, διότι κυριαρχούνταν από εγωϊσμό και αλαζονεία, νομίζοντας ότι μπορούν να κατέχουν με το μυαλό τους τις θεϊκές πραγματικότητες , ευρισκόμενοι τρόπον τινά “υπεράνω” του μυστηρίου της εκκλησίας, ως κοινωνίας θεού και ανθρώπων. Το φώς γνωρίζεται μόνον με το φώς τ:το λέει καθαρά ο δοξολογικός στίχος “εν τώ φωτί σου οψόμεθα φώς”. Αυτή η “θέα του θεού” πραγματοποιείται με την προσπάθεια για απόκτηση εσωτερικής καθαρότητας, με την ανάβαση προς το τελειότερο και ακόμη, στο τέλος με την απομάκρυνση του “επικτητου”, έστω κι' αν αυτό ανήκει στη “διάνοια”.


Η φιλοσοφική μέθοδος δεν ακολουθεί αυτό το δρόμο : στοχάζεται πάνω στα θεία, σαν να πρόκειται για “κτιστές πραγματικότητες”, όπου εφαρμόζονται οι συλλογιστικές μέθοδοι, τις οποίες προσπορίζει στον άνθρωπο η φιλοσοφική παράδοση. Ως γνωστόν αυτή η παράδοση βρήκε στο πρόσωπο του Αριστοτέλη τον άριστο εκφραστή των “λογικών κατηγοριών”. Εμπνευστής της μεθόδου των Δυτικών θεολόγων, κατά ταύτα, υπήρξε,ο Αριστοτέλης, σε αντιπαράθεση με τους Ανατολικούς Πατέρες , οι οποίοι ακολούθησαν τη μέθοδο των “αλιέων”, ήτοι την “φωτιστική μέθοδο”. Η διαμάχη του ΙΔ' αιώνος περί των ακτίστων θείων ενεργειών είναι κλασσικό παράδειγμα χρήσεως αυτών των μεθόδων, με τον μοναχό Βαρλαάμ να εκπροσωπεί την πρώτη μέθοδο – τη φιλοσοφική - και τον θείο Γρηγόριο τον Παλαμά την δεύτερη – την αλιευτική.



Η διάκριση αυτή μας επιτρέπει να εννοήσουμε σε βάθος την ανάπτυξη δύο διαφορετικών τρόπων ζωής, που φθάνουν μέχρι τις ημέρες μας και μας κάνουν να μιλάμε για “ορθόδοξο και δυτικό τρόπο ζωής”. Στην ουσία, όμως, πρόκειται για την πιστότητα η μη-πιστότητα στην ευαγγελική οδό της γνώσεως , η οποία δεν χωρίζεται ποτέ από την αρετή. Η Δύση αυτονομώντας τη Διάνοια και επιχειρώντας μέσω αυτής να “αναλύσουν” την Πραγματικότητα βαδίζει ένα δρόμο γνώσεως, που ναί μεν της παρέχει το προνόμιο να καυχάται για την ανάπτυξη της Επιστήμης και της Τεχνολογίας, αλλά δεν της αφήνει περιθώρια να αναπτύξη τη μέθοδο εκείνη, που υπερβαίνοντας τους “πειρασμούς” της διάνοιας, οδηγεί στην γνώση του “όντως όντος” και “επιστροφή στον οίκο του Πατρός”. Εχομε συνεπώς δύο ασύμπτωτες γνωσιολογίες των οποίων η μελέτη συνιστά διασάφηση όσων χωρίζουν Ανατολή και Δύση σήμερα. Ετσι θα μπορούμε να μιλάμε για “αυτοσυνειδησία της ορθοδοξίας” στα όρια της σημερινής πολιτισμικής κρίσεως. Ενας πολιτισμός πράγματι πεθαίνει , όταν προηγουμένως έχει ανακηρύξει ως δόγμα το Νιτσεϊκό “θάνατο του θεού” Διότι αυτός ο θάνατος δείχνει την ανεπάρκεια του ανθρώπου να σωθεί “αφ' αυτού”, αυτοθεοποιούμενος.




Ο βιογράφος του αγίου Γρηγορίου, ο Φιλόθεος Κόκκινος, ανάμεσα σε πολλά άλλα που παραθέτει από τη διδασκαλία του θείου Παλαμά είναι και αυτά τα λόγια, που εκφράζουν με ακρίβεια την ορθόδοκη μέθοδο , κατά τρόπο περιεκτικό : “Πραγματικά , όταν απελαθεί κάθε αισχρό και ένοικο πάθος και ο νούς, αφού επιστρέψει προς τον εαυτό του και τις άλλες δυνάμεις της ψυχής, στολίσει την ψυχή με ολόκληρη την καλλιέργεια των αρετών, προχωρώντας προς το τελειότερο κι' επιχειρώντας ακόμα πρακτικές αναβάσεις και πλύνοντας περισσότερο εαυτόν με τη βοήθεια του θεού , δεν καθαρίζει μόνον τις ακαθαρσίες του πονηρού , αλλά απομακρύνει από τη μέση κάθε επίκτητο , ακόμη κι άν ανήκει στην καλύτερη μοίρα και διάνοια. Οταν δηλαδή ο νούς ξεπερνώντας τα νοητά και τα φανταστικά νοήματα που σχετίζονται μ' αυτά, και αποθέτοντάς τα όλα μαζί θεοφιλώς και φιλοθέως , παρουσιαστεί στο θεό κωφός και άλαλος κατά τα γεγραμμένα , τότε είναι σαν πρώτη ύλη , που διαπλάσσεται ανέτως στην ανώτατη πλάση . Κανείς δεν κτυπά τη θύρα απ' έξω ( τότε ) , διότι η εσωτερική χάρη μεταμορφώνει τον εσωτερικό άνθρωπο και καταλάμπει παραδοξότατα με απόρρητο φως τα εντός και τον τελειώνει”.

( Φιλοθέου Κόκκινου, βίος Γρηγορίου του Παλαμά, ΕΠΕ Πατερικαί Εκδόσεις σελ. 129 ).








Η νίκη του Αγίου Γρηγορίου στην εν λόγω διαμάχη είναι και νίκη της Ορθοδοξίας εορταζόμενη την Δεύτερη Κυριακή των Νηστειών. Kαθόλου τυχαία η κυριακή αυτή αποτελεί, τρόπον τινά, “προέκταση “ της Κυριακής της Ορθοδοξίας, φυσική συνέπειά της. Τοιουτοτρόπως ο θείος Γρηγόριος ενσωματώθηκε στους θεηγόρους οπλίτες παρατάξεως Κυρίου και στους πολύφωτους αστέρες του νοητού στερεώματος.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς είναι αυτός που βρήκε την πλέον ακριβή διατύπωση της αλήθειας για την διάκριση μεταξύ ουσίας και ακτίστων ενεργειών του θεού , δείχνοντας τη αληθή φύση της “εν Χριστώ” αποκαλύψεως. Οι άκτιστες ενέργειες διαβαίνουν προς τον άνθρωπο και την κτίση , οπότε δι' αυτών επιτυγχάνεται η θέωσις. Ο θεός όμως παραμένει ταυτόχρονα απρόσιτος στην ουσία Του. Ο Βαρλαάμ ο Καλαβρός επέμενε πεισματικά, ότι διά της Φιλοσοφίας , ήτοι των Αριστοτελικών κατηγοριών σκέψης και διά της Επιστήμης είναι δυνατόν να υπάρξη γνώση της ουσίας του θεού. Αυτή η θέση, σύμφωνη με τη Θωμιστική παράδοση της Δυτικής εκκλησίας είναι αυτή που εμπνέει τη λεγόμενη “φυσική θεολογία”, με όλες τις συνέπειές της σε θέματα εκκλησιολογικά και σωτηριολογικά, μέχρι τη σύγχρονη εποχή.


Ο δυτικός ουμανισμός – ανθρωπισμός , σε όλες τις αποχρώσεις του, αποτελεί αντίδραση στο θεό των σχολαστικών, που αντιπροσωπεύει έναν θεό – απροσιτη και ακίνητη ουσία - παγερο και αδιάφορο προς τον κόσμο. Εναν θεό τον οποίο οφείλει κανείς να αγνοήσει ώστε να αναπτυχθεί “αφ' εαυτού” με τις ίδιες δυνάμεις, θέση που ορίζει τις επιδιώξεις του ανθρωποκεντρικού πολιτισμού της σύγχρονης εποχής. Διότι αν ο άνθρωπος δεν μπορεί να αναπτυχθεί “εν τώ θεώ”, αν δεν μπορεί να γίνει κοινωνός των ακτίστων ενεργειών Του, τότε εύλογο είναι να θέλει να αναπτυχθεί μέσω του εαυτού του και της αυτονόμου δραστηριότητός του, στο πεδίο του πολιτισμού. Ο νους δεν θεωρείται πλέον θεοειδής ούτε ο προορισμός του εστιάζεται στην ομοίωσή του με το θεό.


Οι σύγχρονες “φιλοσοφίες του νου” αποτελούν απόπειρα να προσδιοριστεί τι είναι κατά τη φύση του αυτό το σπουδαίο όργανο, που κοσμεί τον άνθρωπο και τον διακρίνει από την υπόλοιπη φύση, αλλά οι γνώμες διαφέρουν, ως προς τις εκτιμήσεις. Και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το κάθε πράγμα μπορεί να λεχθεί με διάφορους τρόπους – κατά τη διαλεκτική φιλοσοφική μέθοδο. Εξ' άλλου αγνοούμε τι είναι ο “ορθός λόγος”, εαν ορίζεται από τον ίδιο τον άνθρωπο. Ο καθένας τον ορίζει με διαφορετικό τρόπο. Τοιουτοτρόπως παράγεται ο υποκειμενισμός που χαρακτηρίζει όχι μόνο τη φιλοσοφία, αλλά και όλες τις άλλες ηθικές και πρακτικές όψεις του σημερινού πολιτισμού.


Είναι συνεπώς ζήτημα μεγάλης αξίας το να μελετούμε τη θεολογία του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, η οποία αναδεικνύει τον “εν Χριστώ” 'ανθρωπο “,”κατ' εικόνα θεού” δημιουργηθέντα, όπως βεβαιώνουν όλοι οι θείοι άνδρες της ιεράς ιστορίας. Η αποκάλυψη του θεού είναι δείκτης πορείας, διότι μας λέγει ποιός είναι ο προορισμός μας και η μέθοδος να τον επιτύχουμε. Οφείλουμε λοιπόν να διακρίνουμε τα πνεύματα, με τη βοήθεια που μας προσφέρει η θεολογία του Παλαμά, η οποία εξηγεί συν τοις άλλοις και τη διαφορά που υπάρχει ανάμεσα στις δύο σοφίες – ανθρώπινη και θεϊκή – όπως θα δούμε στη συνέχεια της εργασίας μας. Γιατί το δόγμα και η λειτουργική ζωή, συνυφαινόμενα με την μυστική θεολογία της εκκλησίας μας, είναι οι διαχρoνικοί όροι της σωτηρίας μας και αυτά οφείλουμε να κηρύσσουμε προς τον “ανερμάτιστο” κόσμο μας.


Ο Αγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς επαναλαμβάνει τα σταδια της πορείας προς το θεό, τα οποία ήδη είχε προσδιορίσει η προ αυταύ ασκητική παράδοση , με καταβολές στον Αιγυπτιακό μοναχισμό και τη συνέχειά του μέχρι και την επόχή του ΙΔ' αιώνος. Τα στάδια αυτά περιλαμβάνουν την κάθαρση κατά πρώτον και εν συνεχεία τον αγιασμό και τη θέωση. Για να δείς το θεό χρειάζεται να είσαι πρωτίστος “καθαρός τη καρδία”, κατά το λόγο του Κυρίου, και έπειτα να επιχειρείς την ορθή διατύπωση των όρων θεογνωσίας. Εδώ εντοπίζεται η ορθοδοξία του Παλαμά, διότι ο Αγιος είχε από την παιδική του ηλικία μαθητεύσει σε δασκάλους της νοεράς προσευχής, μέσα στο γενικώτερο πνευματικό κλίμα, το οποίο διέτρεχε το Βυζάντιο.



Ο θείος Γρηγόριος, μένοντας μέσα στα ευαγγελικά μέτρα της αυξήσεως “εν τω θεώ”, κινείται στην ίδια γραμμή με τους Καππαδόκες Πατέρες του Δ' αιώνος και έχει ίση αξία με αυτούς, ως “μύστης της θεολογίας”. Μπορούμε να μιλάμε για τέσσερις Ιεράρχες, όπως μπορούμε να μιλάμε και για τέσσερις θεολόγους, διότι ο Παλαμάς στη συνείδηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας συναριθμείται στις δύο ιερές τριάδες αγίων, με την όλη αναστροφή και το έργο του. Ο Αγιος υπήρξε παραδοσιακός θεολόγος, κατ' εξοχήν, φορέας της ορθοδόξου παραδόσεως. Γράφει σχετικά ο π. Ιερόθεος Βλάχος. : “ άλλο είναι η συντήρηση και άλλο η παράδοση. Η πρώτη συντηρεί μερικά σχήματα του παρελθόντος ενώ η δεύτερη παρουσιάζει τη αποκάλυψη μέσα από τα σχήματα του παρόντος. Γι' αυτό η παράδοση είναι δυναμική. Αυτό το βλέπουμε καθαρά σε όλο το έργο του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά “

( αρχιμ. Ιεροθέου Βλάχου, ο Αγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ως αγιορείτης, σελ. 383 ).


Είναι χαρακτηριστικός ο Συνοδικός Τόμος του 1347 , όταν αναφέρεται στον μέγα αυτόν Αγιο της ορθοδοξίας :

“ Αλλά και ει τις έτερος των απάντων τα αυτά ποτε φωραθείη η φρονών η συγγραφόμενος κατά του ειρημένου τιμιωτάτου ιερομονάχου κυρού Γρηγορίου του Παλαμά και των συν αυτώ μοναχών, μάλλον δε κατά των ιερών θεολόγων και της Εκκλησίας αυτής, τα αυτά και κατ' αυτού ψηφιζόμεθα και τή αυτή καταδίκη καθυποβάλλομεν, είτε των ιερωμένων, είτε των λαϊκών. Αυτόν τούτον τον πολλάκις ρηθέντα τιμιώτατον ιερομόναχον κυρ Γρηγόριον και τους αυτώ συνάδοντας μοναχούς μηδέν απάδον των θείων λογίων γράφοντάς τε και φρονούντας μετ' εξετάσεως καταλαβόντας ακριβώς, μάλλον δε των θείων λογίων και της κοινής ημών ευσεβείας και παραδόσεως πάσι τρόποις , ως προσήκεν, υπερμαχούντας, ουκ ανωτέρους μόνον παντάπασιν των κατ' αυτών, μάλλον δε των κατά της Εκκλησίας ερεσχελιών, ως και ο πρώην Τόμος Συνοδικός, έχομεν, αλλά και ασφαλεστάτους της Εκκλησίας και της ευσεβείας προμάχους και προαγωνιστάς και βοηθούς ταύτης αποφαινόμεθα “

( π. Ιωάννου Ρωμανίδου : κείμενα Δογματικής και Συμβολικής θεολογίας, εκδ. Πουρναρά, θεσσ/νίκη 1972, σελ. 270 )


Εάν θέλουμε να έχουμε εναργή εικόνα της σημασίας που έχει το πρόσωπο του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ως “ασφαλέστατου προμάχου της Εκκλησίας και της ευσεβείας”, δεν μπορεί να παραλείψουμε μία σύντομη μνεία της πορείας του ορθοδόξου μοναχισμού και αναχωρητισμού, που συνιστούν την πνευματική ατμόσφαιρα εντός της οποίας καλλιεργήθηκε ο άγιος. Πρόκειται για την ευαγγελική οδό της τελειότητος.. Διότι ο μοναχισμός είναι εκείνος που δημιούργησε ένα αντίβαρο στην εκκοσμίκευση, όταν οι ελληνο-ρωμαϊκές μάζες ασπάστηκαν ομαδικά τη νέα πίστη, ισως για να επωφεληθούν από τη διαφαινόμενη “στροφή” της Αυτοκρατορίας. Η εκκλησία δέχτηκε επίσης ευχαρίστως τις μεγαλοδωρίες του “ευσεβέστατου αυτοκράτορα”. Οπως γράφει ο π. Jean Meyendorff : “σε όλη τη μακρινή ιστορία της ορθόδοξης Ανατολής οι αναχωρητές της ερήμου και οι μεγάλοι κοινοβιάρχες – όπως το μοναστήρι των Στουδιτών στην Κωσταντινούπολη - έδιναν μαρτυρία στην καρδιά της Πόλης για το μοναστικό ιδανικό. Ηξεραν να επιβάλλουν το σεβασμό στούς αυτοκράτορες και στο χριστιανικό λαό και εμπόδιζαν να συγχωνευτεί ολοκληρωτικά η Εκκλησία με την Αυτοκρατορία”

( Jean Meyendorff, ο Αγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και η ορθόδοξη μυστική παράδοση, εκδ. Ακρίτας, σελ. 22 ).


Ο μαναχισμός “έδειχνε” αδιάκοπα πως η Βασιλεία του θεού δεν είναι κοινωνική η πολιτική Οργάνωση, αλλά η ίδια η Παρουσία του θεού. Η Ανατολή , λέγει ο π. Jean Meyendorff, αντιτάχθηκε πάντοτε στις πρωτοβουλίες για σχηματισμό θρησκευτικών ταγμάτων, απαλλαγμένων από τη εξουσία της ιεραρχίας. Οι μοναχοί υπάγοντο διοικητικά στον Επίσκοπο και ήσαν μέσα στο ρεύμα της Λειτουργικής και Μυστηριακής ζωής της Εκκλησίας, αφού βέβαια είχε προηγηθεί μια τάση αποστασιοποίησης, μια τάση “θρησκευτικού ατομικισμού” και υπερτονισμού της πνευματικότητας.


Συχνά γράφτηκε ότι η Ησυχαστική ανανέωση στο Βυζάντιο κατά τον ΙΔ' αιώνα προέρχεται από το Σινά από όπου ο Γρηγόριος ο Σιναϊτης έφερε την “προσευχή της καρδιάς” και την εγκλιμάτισε στον Αθωνα. Βέβαια είναι μεγάλη η σημασία του αγίου Γρηγορίου του Σιναϊτη για τη διάδοση του Ησυχασμού τον ΙΔ' αιώνα, αλλά και άλλοι πατέρες έπαιξαν ανάλογο ρόλο με το δικό του, πριν από αυτόν . Ο Αγιος γρηγόριος ο Παλαμάς αναφέρεται στον Νικηφόρο τον Ησυχαστή, έναν Ιταλό , που μεταστράφηκε στην ορθοδοξία και έγινε μοναχός στο Αγιον Ορος. Πολλοί άλλοι “Ιταλοί” ήρθαν επίσης στο Βυζάντιο, στην εποχή που ήταν Αυτοκράτορας ο Μιχαήλ Η' ο Παλαιολόγος ( 1261 – 1282 ) και ήσαν στην πραγματικότητα Ελληνες της Καλαβρίας και της Σικελίας.


Τα κείμενα του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακος και οι Πνευματικές Ομιλίες του Αγίου Μακαρίου του Αιγυπτίου είναι από τα σημαντικότερα άργα, τα οποία είχαν προσανατολίσει την κατεύθυνση της μυστικής θεολογίας και κατά συνεκδοχήν του ίδιου του Ησυχασμού. Πυρήνας ήταν η προσευχή του Ιησού και οι μέθοδοι ασκήσεώς της. Εξαιρετικό ρόλο έπαιζε η βιβλική ανθρωπολογία , που έδειχνε τον άνθρωπο ως ενιαίο ψυχο-φυσικό οργανισμό. Η αμαρτία είναι αυτή που κατέστρεψε την ενότητα του ανθρώπου και οδήγησε το σώμα σε επανάσταση κατά του Πνεύματος. Το πνεύμα με τις φαντασιώδεις καταστάσεις του υποδουλώνει το σώμα στην τυραννία των παθών. Ο Χριστός ήρθε για να αποκαταστήση την αρμονία και ο Ησυχαστής με την αδιάλειπτη μνήμη του Ονόματος του Ιησού κάνει να ζήσει μέσα του η λυτρωτική χάρη. Επιβάλλεται όμως να αναζητηθεί ένας απλανής δάσκαλος, ο οποίος θα καθοδηγήσει στην άσκηση της νοεράς προσευχής, η οποία περιλαμβάνει την εφαρμογή κάποιας τεχνικής ρυθμός αναπνοής , στάση σώματος , επανάληψη της ευχής του Ιησού.





Ο Νικηφόρος ο Ησυχαστής τον οποίο προαναφέραμε, συνόψισε, τρόπον τινά, μια προ αυτού παράδοση και στις αντιλήψεις του ξαναγυρίζουν πολλές μελέτες του ΙΓ' και ΙΔ' αιώνα, όπως στη ”Μέθοδο της Αγίας Προσοχής”, ανώνυμο έργο που λανθασμένα αποδίδεται στο Συμεών το Νέο Θεολόγο η στα έργα του αγίου Γρηγορίου του Σιναϊτη, του Καλλίστου και Ιγνατίου Ξανθοπούλου και άλλων δασκάλων της νοεράς προσευχής. Ο Παλαμάς μας δείχνει ότι οι δύο μεγαλύτερες προσωπικότητες του Βυζαντινού θρησκευτικού κόσμου στο τέλος του ΙΓ' αιώνα, ο Πατριάρχης Αθανάσιος ο Α' και ο Θεόληπτος μητροπολίτης Φιλαδελφίας, παραγγέλουν επίσης και αυτοί τις ίδιες αρχές – αντιλήψεις στους μαθητές τους. Το γεγονός αυτό μαρτυρεί για τη διάχυση του ησυχασμού στο Βυζάντιο , αλλά και για το χαρακτήρα της πνευματικής ζωής , όπου η ανανέωση των ησυχαστικών μεθόδων, ως μυστική κίνηση, ήταν γερά θεμελιωμένη στην Αγιοπατερική Παράδοση.


Στο πρόσωπο ενός Αθανασίου ή ενός Θεολήπτου, δασκάλου του Παλαμά στην ιερά προσευχή, η Χριστοκεντρική μυστική της προσευχής του Ιησού βρίσκει μία διάσταση εκκλησιαστική. Στο πρόσωπο του αγίου Γρηγορίου θα βρεί τη θεολογία της , κατά τον πλέον περιεκτικό και ολοκληρωμένο τρόπο. Τα γραφτά του αγίου Γρηγορίου του Σιναϊτη παραμένουν δημοφιλή ανάμεσα στους μοναχούς και αυτά είναι που τροφοδοτούν την καλλιέργεια της προσευχής την εποχή που ο Γρηγόριος ο Παλαμάς ακονίζει τα όπλα του κατά της Βαρλααμικής αίρεσης.


Η ησυχαστική παράδοση, τρόπον τινά, συνοψίζεται σε μιά παράγραφο όπως η παρακάτω :“ πάνω από όλες τις εντολές βρίσκεται η εντολή που τις περιλαμβάνει όλες : η θύμιση του θεού : “να θυμάσαι κάθε στιγμή Κύριο τον θεό σου” ( Δευτερ. Η' 18 ). Από τη λήθη του θεού παραβιάζουμε τις άλλες εντολές και με τη θύμισή του τις τηρούμε. Η λήθη, απ' την αρχή κατέστρεψε τη θύμιση του θεού, σκοτείνιασε τις εντολές και αποκάλυψε τη γυμνότητα του ανθρώπου” ( Μικρή Φιλοκαλία ).


Ο σκοπός της ησυχαστικής ζωής δεν είναι ουσιαστικά διαφορετικός από αυτον που προτείνει η Αγία Γραφή στους χριστιανούς. Αλλά η συνειδητοποίηση της χάρης του Βαπτίσματος βρίσκεται κρυμμένη μέσα μας , εξ αιτίας της αμαρτίας. Στο ίδιο κείμενο της Μικρής Φιλοκαλίας, που παραθέσαμε προηγουμένως λέγεται χαρακτηριστικά : “ οι περισσότεροι από μας πέφτουν από αμέλεια κι αμαρτωλή συνήθεια στην αναισθησία και στην τύφλωση και δεν ξέρουμε πιά ακόμη άν υπάρχει θεός, ποιοί είμαστε, τί μπορούμε να φτάσουμε να γίνουμε, παιδιά του θεού, παιδιά του φωτός, παιδιά και μελη του Χριστού. Είχαμε βαπτιστεί σε ώριμη ηλικία ; Δεν διακρίναμε παρά το νερό και όχι το Πνεύμα. Κι αν ακόμη είμαστε αναγεννημένοι με το Αγιο Πνεύμα , πιστεύουμε με αδρανή και νεκρή πίστη. .. Καταντήσαμε σάρκα και συμπεριφερόμαστε ακολουθώντας τη σάρκα. . Υπάρχουν δύο τρόποι να βρούμε την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, που δεχτήκαμε μυστηριακά με το άγια Βάπτισμα : α) η δωρεά αυτή αποκαλύπτεται με τρόπο γενικό από την άσκηση των εντολών και με θυσία επίμονων προσπαθειών...β) Εκδηλώνεται στη ζωή υποταγής ( στον πνευματικό πατέρα ) και εξακολουθητική επίκληση του Κυρίου Ιησού, δηλαδή τη θύμιση του θεού”.Βλέπουμε εδώ ότι ο ησυχασμός εμφανίζεται όχι απλώς σαν μία σχολή πνευματικότητας, αλλά ως μία διδασκαλία που εμπεριέχει την πνευματικότητα, σχολιάζει ο π Jean Meyendorff.


Ο Αγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς είναι ενταγμένος στο ρεύμα του ησυχασμού από την παιδική του ηλικία. Οπως θα δούμε και παρακάτω η οικογένειά του ήταν μία αγία οικογένεια που ζούσε μέσα στο κλίμα της προσευχής. Αυτό το κλίμα τον διαμόρφωσε και τον προετοίμασε, θεία προνοία, για το έργο που επρόκειτο να αναλάβει. Απέβη το κατάλληλο όργανο στα χέρια του θεού, ώστε να αποκρουστεί η Δυτική πλάνη και η Εκκλησία της Ανατολής να μην απεμπολήσει την Ιερή Παράδοση.


Η μελέτη αυτή θα εστιάσει κυρίως – για λόγους οικονομίας – στην υπεράσπιση του Ησυχασμού με παράλληλη εξέταση της Δυτικής φιλοσοφικής μεθόδου στην προσέγιση των θείων πραγματικοτήτων, για να διαφανεί κυρίως ότι τα σπέρματα της Ανθρωπιστικής κρίσης του Δυτικού πολιτισμού, βρισκονται ήδη μπροστά μας. Αυτός είναι και ο πολιτισμός που έχει φτάσει σήμερα στο ύψιστο σημείο της γιγάντωσής του και ζητεί να συμπνίξει ολοκληρωτικά κάθε υπερβατική τάση του ανθρωπίνου πνεύματος. Να σβήσει ολοσχερώς τη θεία φλόγα μέσα στις καρδιές, αναπτύσσοντας ένα όραμα ενδοκοσμικής αυτοεκπλήρωσης, το οποίο φαίνεται να κυριαρχεί στις ημέρες μας.


Ο θείος Παλαμάς ουσιαστικά διακηρύσσει την ανάπτυξη του ανθρώπου ¨εν τω θεώ”, δια της μετοχής του στις άκτιστες ενέργειες , που θεώνουν. Η οδός της θεώσεως είναι ασκητική, γι' αυτό και η Ορθόδοξος εκκλησία χαρακτηρίζεται για την ασκητική της παράδοση. Για να γίνουμε “τόπος θεού” , πρέπει πρώτα να καθαίρουμε τον εαυτό μας, με τα ευαγγελικά μέσα της προσευχής και της ¨φυλακής του νοός” . Ο χριστιανός έχει να παλαίψη προς τον κόσμο τη σάρκα και το διάβολο και αυτό ισχύει για όλους τους χριστιανούς - όχι μόνο για τους μοναχούς.


Παρακολουθώντας τη διαμάχη του Αγίου Γρηγορίου για τη διαφύλαξη της ορθής διδασκαλίας για τις άκτιστες θείες ενέργειες, αλλά και τη διάκριση ουσίας και ενεργειών στη θεότητα, συνειδητοποιούμε τη σημασία του έργου του για την ορθοδοξία, η οποία σήμερα απειλείται από τις δυνάμεις της αποστασίας, αφού οι πολλοί τείνουν να καταντήσουν “σάρκες”, άγευστοι της πείρας του θεού.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου