Παρασκευή 4 Δεκεμβρίου 2020

ΚΑΤΗΧΗΣΗ ΙΗ' ΦΩΤΙΖΟΜΕΝΩΝ

 

ΚΑΤΗΧΗΣΗ ΙΗ´


Ἁγίου ΚΥΡΙΛΛΟΥ Ἱεροσολύμων


ΠΕΡΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ



Γιά τούς Φωτιζόμενους, πού ἔγινε στά ῾Ιεροσόλυμα καί ἀναφέρεται στό ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως· «Σέ Μία, ῾Αγία, Καθολική ᾿Εκκλησία καί στήν ἀνάσταση τοῦ σώματος καί στήν αἰώνια ζωή».῾Η ἀνάγνωση εἶναι ἀπό τόν προφήτη ᾿Ιεζεκιήλ, στό χωρίο πού λέει· «Καί φανερώθηκε σέ μένα τό χέρι τοῦ Κυρίου καί μέ πῆρε μέ τό Πνεῦμα τοῦ Κυρίου καί μέ ἔβαλε στή μέση τῆς πεδιάδας καί αὐτή ἦταν γεμάτη μέ ἀνθρώπινα ὀστᾶ» ( ᾿Ιεζ. 37,1) καί ὅσα σχετικά ἀκολουθοῦν.



Α´ . Ρίζα κάθε καλοῦ ἔργου εἶναι ἡ ἐλπίδα τῆς ἀνάστασης, γιατί ἡ προσδοκία τῆς ἀπολαβῆς δυναμώνει τήν ψυχή1, γιά νά ἐργάζεται τό ἀγαθό. ῾Ο κάθε ἐργάτης εἶναι ἕτοιμος νά ὑπομείνει κόπους καί μόχθους, ἄν προβλέπει ὅτι θά πάρει μισθό γιά τούς κόπους του. Οἱ ἐργάτες ὅμως πού κοπιάζουν χωρίς ἀμοιβή, πρίν ἀκόμα ἀποκάμουν σωματικά, λυγίζουν ψυχικά. ῾Ο στρατιώτης πού ἐλπίζει ὅτι θά ἀπολαύσει τιμές καί ἐπαίνους, εἶναι ἕτοιμος νά ριχτεῖ στίς μάχες. Κανένας ὅμως στρατευμένος κάτω ἀπό ἕνα βασιλιά —ὁ ὁποῖος δέν εἶναι σίγουρος γιά τή νίκη καί δέν μπορεῖ νά προβλέψει τό τέλος τοῦ πολέμου— δέν εἶναι ἕτοιμος νά θυσιάσει τή ζωή του, ἄν αὐτός ὁ βασιλιάς δέν ἐπιβραβεύει μέ πλούσιες ἀμοιβές τούς ἀγῶνες του. ῎Ετσι γίνεται καί μέ κάθε ψυχή. ῞Οταν αὐτή πιστεύει στήν ἀνάσταση, εἶναι φυσικό νά προσέχει τόν ἑαυτό της. ῎Αν ὅμως δέν πιστεύει στήν ἀνάσταση, παραδίνεται στή φθορά καί τήν καταστροφή. ῞Οποιος πιστεύει ὅτι τό σῶμα του θά ἀναστηθεῖ, φροντίζει νά τό διατηρεῖ καθάριο καί ἀμόλυντο καί σάν στολή τῆς ψυχῆς του, δέν τό μολύνει μέ πορνεῖες. ᾿Εκεῖνος ὅμως πού δέν πιστεύει στήν ἀνάσταση, παραδίνεται στίς πορνεῖες καί τό φθείρει μέ διάφορες καταχρήσεις, λές καί ἀνήκει σέ κάποιον ἄλλον.



Εἶναι λοιπόν πολύ σπουδαῖο παράγγελμα καί τρισμέγιστη διδασκαλία τῆς ῾Αγίας Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, ἡ πίστη στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Μάλιστα, εἶναι πάρα πολύ σπουδαῖο καί ἀσύγκριτα ἀναγκαῖο καί, μολονότι πολλοί ἔχουν ἀντιρρήσεις πάνω σ᾿ αὐτό, ἡ ἀλήθεια τό ἐπιβεβαιώνει. ᾿Αντιλέγουν σ᾿ αὐτό οἱ εἰδωλολάτρες ῞Ελληνες. Δέν τό πιστεύουν οἱ Σαμαρεῖτες. Τό περιγελοῦν οἱ αἱρετικοί. Πολλῶν εἰδῶν ἀντιρρήσεις ἀκούγονται, ἀλλά μιά καί μοναδική εἶναι ἡ ἀλήθεια.



Β´ . Σαμαρεῖτες λοιπόν καί ῞Ελληνες εἰδωλολάτρες, μᾶς παρουσιάζουν κάποια ἐπιχειρήματα σάν αὐτά. Τό νεκρό ἄνθρωπο τόν ρίχνουν στό χῶμα καί ἐκεῖ σαπίζει καί τόν τρῶνε τά σκουλήκια, πού καί αὐτά μετά ψοφοῦν. Σέ τέτοια σαπίλα καί διάλυση καταλήγει τό σῶμα. Πῶς λοιπόν θ᾿ ἀναστηθεῖ; Ψάρια καταβρόχθισαν ὅσους ναυάγησαν στίς θάλασσες. Κι αὐτά τά ψάρια μετά τά ἔφαγαν ἄλλα μεγαλύτερα. ῞Οσοι πάλι πάλεψαν μέ θηρία τούς ἔφαγαν ἀρκοῦδες καί λιοντάρια, μέχρι καί τό μικρότερο κοκκαλάκι τους. Γύπες καί κοράκια ἔφαγαν τίς σάρκες τῶν ἄταφων νεκρῶν καί μετά αὐτά πέταξαν σέ διάφορες κατευθύνσεις καί ταξίδεψαν σ᾿ ὅλο τόν κόσμο. Ποῦ λοιπόν θά βρεθοῦν ὅλα τά κομμάτια καί πῶς θά συγκροτηθεῖ πάλι τό σῶμα; ᾿Ενδέχεται ἀπό τά ὄρνια πού ἔφαγαν αὐτά τά σώματα, ἄλλο νά ψοφήσει στήν ᾿Ινδία, ἄλλο στήν Περσία καί ἄλλο στή Γοτθία. ῎Αλλα μπορεῖ νά τά κάψει ἡ φωτιά καί ὁ ἄνεμος καί ἡ βροχή νά σκορπίσει ἀκόμα καί τή στάχτη τοῦ σώματός τους. ᾿Από ποῦ καί πῶς θά συναρμολογηθοῦν τά στοιχεῖα καί θά ἀνασυγκροτηθοῦν αὐτά τά σώματα πού ἔφαγαν ἐκεῖνα τά ὄρνια;



Γ´ . Γιά σένα, πού σάν ἄνθρωπος εἶσαι τόσο μικρός καί ἀδύναμος, ἀπέχει πολύ ἡ χώρα τῶν Γότθων ἀπό τίς ᾿Ινδίες καί ἡ ῾Ισπανία ἀπό τήν Περσία. Γιά τόν Θεό ὅμως πού κρατάει στή χούφτα Του ὁλόκληρη τή γῆ, ὅλα εἶναι κοντινά. Δέν πρέπει λοιπόν νά ἀποδίδεις στόν Θεό ἀδυναμίες ὅμοιες μέ τίς δικές σου. Δῶσε καλύτερα τήν προσοχή σου στή δύναμη ᾿Εκείνου. ῎Επειτα, ὁ ἥλιος, πού εἶναι ἕνα ἐλάχιστο ἔργο τοῦ Θεοῦ, μέ τίς ἀκτῖνες του θερμαίνει ὁλόκληρο τόν κόσμο. Καί ἀκόμα ὁ ἀέρας, πού κι αὐτόν τόν ἔφτιαξε ὁ Θεός, περιβάλλει ὅ,τι βρίσκεται σ᾿ αὐτόν τόν κόσμο. Καί ὁ Θεός, ὁ Δημιουργός καί τοῦ ἥλιου καί τοῦ ἀέρα, ἄραγε στέκει μακριά ἀπό τόν κόσμο;



Φαντάσου πώς ἔχουν ἀναμιχθεῖ διάφοροι σπόροι —διότι ἀφοῦ φαίνεσαι ἀσθενικός στήν πίστη ἀναγκάζομαι νά σοῦ φέρω παραδείγματα πού ἀναφέρονται σέ μικροπράγματα— καί ὅτι αὐτοί οἱ διάφοροι σπόροι περιέχονται μέσα στή μία παλάμη σου. Εἶναι δύσκολο σέ σένα τόν ἄνθρωπο ἤ πολύ εὔκολο, νά ἐντοπίσεις καί νά ξεχωρίσεις κάθε σπόρο ἀπ᾿ αὐτούς πού βρίσκονται στή χούφτα σου, σύμφωνα μέ τήν ἰδιαιτερότητά του καί τό εἶδος του, ὥστε νά τούς βάλεις μαζί ὅμοιους μέ ὅμοιους, νά τούς ταξινομήσεις κατά γένος καί εἶδος; ῎

Επειτα, ἐσύ μπορεῖς νά διακρίνεις ὅ,τι βρίσκεται μέσα στή χούφτα σου, ὁ Θεός δέν μπορεῖ νά διακρίνει καί νά ἀποκαταστήσει ὅσα βρίσκονται στήν δική Του παλάμη; Βάλε καλά στό νοῦ σου αὐτό πού σοῦ λέω, ἐάν βέβαια ἡ δυσκολία σου νά τό πιστέψεις δέν προέρχεται ἀπό λογική ἀδυναμία, ἀλλά ἀπό κακή γνώμη γιά τόν Θεό καί ἀπό ἀνευλαβή προδιάθεση ἐναντίον Του.

Δ´ . Κάνε μου τή χάρη νά προσέξεις στό θέμα τῆς δικαιοσύνης καί μάλιστα σκέψου καλά τί συμβαίνει σέ σένα τόν ἴδιο σχετικά μ᾿ αὐτό τό ζήτημα. ῎Ας ὑποθέσουμε ὅτι ἔχεις ὑπηρέτες. Κι ἄλλοι ἀπ᾿ αὐτούς εἶναι καλοί, ἄλλοι ὅμως κακοί. Εἶναι ἑπόμενο νά τιμᾶς τούς καλούς καί νά τιμωρεῖς τούς κακούς. Καί στήν περίπτωση πού εἶσαι δικαστής ἐπαινεῖς τούς ἀγαθούς καί τιμωρεῖς τούς παράνομους. ᾿Εσύ λοιπόν πού εἶσαι ἄνθρωπος θνητός κρατᾶς τή δικαιοσύνη καί ὁ Θεός, πού εἶναι αἰώνιος καί Μόνος Βασιλιάς ὁλόκληρου τοῦ κόσμου, δέν θά κρίνει δίκαια καί δέν θά ἀνταποδώσει, κατά τά ἔργα τοῦ καθενός, μέ δικαιοσύνη; ῎Αν αὐτό ὅμως τό ἀρνηθεῖς, θά πέσεις σέ ἀσέβεια.

Γι᾿ αὐτό, πρόσεξε πολύ σ᾿ αὐτά πού σοῦ λέω. Πολλοί φονιάδες πέθαναν ἀπό φυσικό θάνατο στό κρεβάτι τους, χωρίς νά τιμωρηθοῦν γιά τά ἐγκλήματά τους. Ποῦ λοιπόν βρίσκεται ἐδῶ ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ; Πολλές φορές μάλιστα, κάποιος πού φόνευσε πενήντα ἀνθρώπους, ἀποκεφαλίζεται μιά φορά. Ποῦ λοιπόν θά λάβει τήν τιμωρία, γιά τούς ἄλλους σαράντα ἐννέα φόνους; ῎Αν λοιπόν πεῖς δέν ὑπάρχει στήν ἄλλη ζωή κρίση καί ἀνταπόδοση, κατηγορεῖς γιά ἄδικο τόν Θεό.



Μή σοῦ κάνει ὅμως ἐντύπωση τό ὅτι ἡ κρίση ἀφήνεται γιά τήν ἄλλη ζωή. Καθένας πού ἀγωνίζεται, μετά τό τέλος τῶν ἀγώνων ἤ στεφανώνεται ἤ καταντροπιάζεται. Σέ καμιά περίπτωση ὁ ἀγωνοθέτης δέν στεφανώνει τούς ἀγωνιστές, ἐνόσω ἀκόμα διαρκοῦν οἱ ἀγῶνες. ᾿Αλλά περιμένει νά τερματίσουν τόν ἀγώνα ὅλοι οἱ ἀγωνιστές καί μετά τούς ξεχωρίζει καί δίνει στούς νικητές τά βραβεῖα καί τούς στεφάνους. ῎Ετσι καί ὁ Θεός. ᾿Ενῶ ἀκόμα διαρκεῖ ὁ ἀγώνας αὐτῆς ἐδῶ τῆς ζωῆς, βοηθάει λίγο τούς δίκαιους, ἀλλά ὅ,τι τούς ἀξίζει σάν μισθός καί βραβεῖο γιά τούς ἀγῶνες τους, τούς τό ἀποδίδει μετά, στή μέλλουσα ζωή, τέλειο καί ὁλοκληρωμένο.



Ε´ . ῎Αν λοιπόν, σύμφωνα μ᾿ αὐτά πού ἐσύ λές, δέν ὑπάρχει ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, γιατί καταδικάζεις αὐτούς πού ἀνοίγουν καί κλέβουν τούς τάφους; ῎Αν τό σῶμα χάθηκε μιά γιά πάντα καί δέν ὑπάρχει ἐλπίδα ἀνάστασης, γιατί τιμωρεῖται ὁ κλέφτης τῶν τάφων;Βλέπεις λοιπόν ὅτι παρόλο πού μέ τά χείλη ἀρνεῖσαι τήν ἀνάσταση, ἡ καρδιά σου ὅμως πιστεύει ἀκράδαντα σ᾿ αὐτήν;



Ϛ´ . Θά μπορούσαμε ἐξάλλου νά σκεφθοῦμε καί κάπως ἔτσι: ῞Οταν ἕνα δέντρο κόβεται —ἀκόμα καί σύγκορμα— βγάζει νέους βλαστούς, φύλλα καί ἄνθη. Καί ὁ ἄνθρωπος τοῦ ὁποίου ἡ ζωή ἀνακόπτεται μέ τό θάνατο δέν μπορεῖ νά ξαναζήσει; Κι ἀκόμα, τά σπαρτά ὅταν θερίζονται μένουν στ᾿ ἁλώνι. Καί ὁ ἄνθρωπος πού θερίστηκε ἀπ᾿ αὐτή τή ζωή, δέν θά μείνει στ᾿ ἁλώνι; Οἱ ἀμπελόβεργες καί ἄλλων ἀκόμα δέντρων τά κλαδιά, ὅταν κοποῦν ἐντελῶς ἀπό τόν κορμό τοῦ δέντρου καί μεταφυτευθοῦν παίρνουν ζωή, μεγαλώνουν καί κάνουν καρπούς. Καί ὁ ἄνθρωπος, γιά τόν ὁποῖο ὅλα αὐτά δημιουργήθηκαν, ἄν θαφτεῖ στή γῆ, δέν θά ἀναστηθεῖ; ᾿Από πλευρᾶς κόπου καί δουλειᾶς, τί εἶναι δυσχερέστερο; Νά φτιάξει κανείς ἕναν ἀνδριάντα ἐξαρχῆς ἤ νά ξαναχύσει καί νά ἀναπλάσει στό ἴδιο σχῆμα κάποιον πού ἔπεσε; ῾Ο Θεός πού μᾶς δημιούργησε ἀπό τό μηδέν, δέν μπορεῖ ἄραγε νά ἀναπλάσει αὐτούς πού κάποτε ὑπῆρξαν στή ζωή καί ἔπεσαν στή φθορά τοῦ θανάτου;



᾿Επειδή ὅμως εἶσαι εἰδωλολάτρης, δέν πιστεύεις σ᾿ ὅ,τι εἶναι γραμμένο γιά τήν ἀνάσταση. Κύτταξε τά πράγματα καί μελετώντας τή φύση τους ἐννόησε τά λόγια μου, ἀπ᾿ ὅσα μέχρι σήμερα παρατηρεῖς. Σπέρνεται γιά παράδειγμα σιτάρι ἤ ὁποιοδήποτε ἄλλο σπορικό. Καί μετά τή σπορά σαπίζει, σάν νά πεθαίνει, καί δέν μπορεῖ πλέον νά χρησιμεύσει ὡς τροφή.

᾿Εκεῖνος ὅμως ὁ σάπιος σπόρος φυτρώνει καταπράσινος. Καί ἐνῶ ὅταν σπάρθηκε ἦταν μικρός, τώρα πού φύτρωσε εἶναι βλαστάρι ὁλόδροσο. Τό σιτάρι δημιουργήθηκε γιά μᾶς. Γιατί, γιά τή δική μας χρήση δημιούργησε ὁ Θεός καί τό σιτάρι καί κάθε παρόμοιο καρπό καί δέν τά ἔκανε μόνο καί μόνο γιά νά ὑπάρχουν χάρη τοῦ ἑαυτοῦ τους. ῎



Αν λοιπόν, ὅσα δημιουργήθηκαν γιά μᾶς, μετά τό σάπισμά τους παίρνουν πάλι ζωή, ἐμεῖς, γιά τούς ὁποίους ἐκεῖνα δημιουργήθηκαν, ἄν πεθάνουμε, δέν θά ἀναστηθοῦμε;



Ζ´ . ῞Οπως βλέπεις, εἶναι χειμωνιάτικος ὁ καιρός. Τώρα τά δέντρα στέκονται σάν νεκρά. Ποῦ εἶναι τώρα τά φύλλα τῆς συκιᾶς; Ποῦ εἶναι τά ἀμπελοστάφυλλα; ᾿Αλλά αὐτά τό χειμώνα εἶναι νεκρά, τήν ἄνοιξη ἔχουν βλαστάρια κι ὅταν ἔρθει ὁ κατάλληλος καιρός, τότε ξαναζωοποιοῦνται, σάν νά σηκώνονται νεκροί ἀπό τούς τάφους. ᾿Επειδή λοιπόν ὁ Θεός γνωρίζει τήν ἀπιστία σου, κάθε χρόνο ἀναπαρασταίνει μ᾿ αὐτά τά ὁρατά πράγματα, τήν ἀνάσταση. ῞Ωστε βλέποντας ἐσύ αὐτά πού συμβαίνουν στά ἄψυχα πράγματα, νά πιστέψεις ὅτι τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τά ἔμψυχα καί λογικά δημιουργήματά Του. Κι ἀκόμα, οἱ μύγες καί οἱ μέλισσες πέφτουν πολλές φορές στό νερό καί πνίγονται καί μετά ἀπό λίγο ξαναζωντανεύουν. ῾

Υπάρχουν καί μερικά εἴδη μικρῶν ζώων, τρωκτικῶν, πού λέγονται Μυοξοί καί πέφτουν σέ χειμερία νάρκη ὅλο τό χειμώνα καί μόλις ἔρθει τό καλοκαίρι ξανακινοῦνται καί ξαναζοῦν —βλέπεις ἀναγκάζομαι νά σοῦ φέρνω παραδείγματα ἀνάλογα μέ τά δικά σου μέτρα, γιά νά σέ βοηθήσω νά σκεφθεῖς. ᾿Εκεῖνος πού δίνει τή ζωή στά ἄλογα καί σχεδόν νεκρά ζῶα, Αὐτός δέν ἔχει τή δύναμη νά χαρίσει τή ζωή, κάνοντας ὑπέρβαση στούς νόμους τῆς φύσεως, γιά χάρη μας, ἀφοῦ γιά μᾶς τά δημιούργησε ὅλα αὐτά;



Η´ . ᾿Αλλά οἱ ῞Ελληνες καί οἱ ἑλληνίζοντες στή νοοτροπία, ζητοῦν νά τούς φέρουμε παραδείγματα μέ τά ὁποῖα ἡ ἀνάσταση νά γίνεται ἀναμφισβήτητα φανερή. Καί ἰσχυρίζονται ὅτι αὐτά πού μέχρι τώρα ἀνέφερα, καί ἄν ἀκόμα φαίνεται ὅτι ἀναζωογονοῦνται, δέν ἔχουν ὅμως παντελῶς σαπίσει καί ζητοῦν νά δοῦν ἕνα ζωντανό πλάσμα πού σάπισε ἐντελῶς κι ἔπειτα ἀναστήθηκε.



Γνώριζε ὁ Θεός τήν ἀπιστία τῶν ἀνθρώπων καί γι᾿ αὐτό ἔπλασε ἕνα πουλί πού ὀνομάζεται Φοίνικας. Αὐτό, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Κλήμης καί ὅπως καί ἄλλοι πολλοί ἱστορικοί μᾶς μαρτυροῦν, στό εἶδος του δέν ἔχει ἄτομα θηλυκοῦ καί ἀρσενικοῦ γένους καί κατά συνέπεια δέν μπορεῖ νά πολλαπλασιασθεῖ ὅπως ὅλα τά ἄλλα πτηνά. Βρίσκεται στή χώρα τῶν Αἰγυπτίων καί κάθε πεντακόσια χρόνια ἔρχεται νά φανερώσει τήν ἀνάσταση ἀπό τήν πλήρη φθορά. Καί μάλιστα αὐτό δέν τό κάνει στήν ἔρημο, ἀλλά ἔρχεται σέ χώρα ἐμφανή, μέσα στήν πόλη, ὥστε νά μή χάσουν οἱ ἄνθρωποι τή δυνατότητα νά παρακολουθήσουν τό μυστήριο τῆς ἀνάστασής του, ἀλλά νά γίνει γι᾿ αὐτούς χειροπιαστό ἐκεῖνο πού ἀμφισβητοῦν.



Αὐτό λοιπόν τό πουλί φτιάχνει μονάχο του μιά φωλιά πού εἶναι καί ὁ τάφος του, χρησιμοποιώντας σάν δομικά ὑλικά, τό λιβάνι, τή σμύρνα κι ἄλλα ἀρώματα. Καί ὅταν συμπληρώσει τά χρόνια του, μπαίνει μέσα στόν τάφο καί πεθαίνει ἀληθινά καί σαπίζει. Στή συνέχεια, μέσα ἀπό τίς σαπισμένες σάρκες τοῦ νεκροῦ πουλιοῦ γεννιέται ἕνα σκουλήκι καί αὐτό μεγαλώνοντας ἐξελίσσεται σέ πουλί. Μή σοῦ φανεῖ αὐτό ἀπίστευτο, διότι, ὅπως βλέπεις, ἔτσι ἀπό σκουλήκια καί τά μικρά μελισσάκια ἔγιναν ἔντομα. Καί ἀπό τά αὐγά τῶν πουλιῶν, τά ὁποῖα δέν περιέχουν παρά μόνο ρευστή οὐσία, βλέπεις νά βγαίνουν τά φτερά, τά ὀστᾶ καί τά νεῦρα τῶν πουλιῶν.



Μετά, ἀφοῦ βγάλει φτερά ὁ Φοίνικας πού ἀναφέραμε παραπάνω καί γίνει τέλειο πουλί, ὅπως τό προηγούμενο, πετάει ψηλά στόν αἰθέρα ὁλόιδιος μ᾿ ἐκεῖνον πού εἶχε πεθάνει, δείχνοντας ἔτσι στούς ἀνθρώπους, πολύ ξεκάθαρα, τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν.



Εἶναι ἀξιοθαύμαστο πουλί ὁ Φοίνικας. ᾿Αλλά εἶναι πουλί, χωρίς λογικό καί οὐδέποτε ὕμνησε τόν Θεό. Πετάει στούς αἰθέρες, ἀλλά δέν γνωρίζει τόν Μονογενή Υἱό τοῦ Θεοῦ. Γνωρίζοντας λοιπόν τό παράδειγμα αὐτό, μπορεῖς νά ἰσχυρισθεῖς ὅτι ὁ Θεός ἔχει δωρήσει τήν ἀνάσταση σ᾿ ἕνα ἄλογο ζῶο πού δέν ἔχει τήν δυνατότητα νά γνωρίζει τό δημιουργό του, καί δέν δίνει σέ μᾶς τήν ἀνάσταση, πού καί τόν Θεό δοξολογοῦμε καί τίς ἐντολές Του ἐφαρμόζουμε;

Θ´ . ᾿Αλλά ἐπειδή ὁ Φοίνικας εἶναι μακριά μας καί ἀκόμα εἶναι σπάνιο τοῦτο τό ἀποδεικτικό σημάδι τῆς ἀνάστασης καί μερικοί δέν πείστηκαν, πάρε, σέ παρακαλῶ καί μιά ἄλλη ἀπόδειξη ἀπ᾿ ὅσα συμβαίνουν καθημερινά. Ποῦ ἤμαστε πρίν ἀπό ἑκατό ἤ διακόσια χρόνια ὅλοι ἐμεῖς, ἐγώ πού σᾶς μιλάω κι ἐσεῖς πού μέ ἀκοῦτε; ῎Αραγε δέν γνωρίζουμε πῶς ἤρθαμε σ᾿ αὐτήν ἐδῶ τή ζωή; Δέν γνωρίζεις ὅτι γεννιόμαστε ἀπό ἀσθενικά, ἄμορφα καί ἁπλά πράγματα; Κι ἀπό αὐτό τό ἁπλό καί ἀσθενικό πράγμα παίρνει μορφή καί ζωή ὁ ἄνθρωπος.



Καί τό ἀσθενικό ντύνεται σάρκα καί δυναμώνουνε τά νεῦρα του. Καί παίρνουν λαμπρότητα τά μάτια του, ἡ μύτη του ἀποκτάει τήν αἴσθηση τῆς ὄσφρησης, τ᾿ αὐτιά του τήν ἀκοή, ἡ γλώσσα του τή λαλιά καί ἡ καρδιά του παλμό. Τά χέρια του γίνονται ἱκανά γιά ἐργασία, τά πόδια του δυνατά γιά νά περπατοῦν καί κάθε μέλος τοῦ σώματος ἀναπτύσσεται, ὥστε νά ἐπιτελεῖ τή λειτουργικότητά του. Κι ἐκεῖνο τό πρίν ἀσθενικό πράγμα γίνεται τώρα ναυπηγός, οἰκοδόμος, ἀρχιτέκτονας καί πάσης εἰδικότητας ἐργάτης. Γίνεται στρατιώτης, ἄρχοντας, νομοθέτης καί βασιλιάς.

῾Ο Θεός πού μᾶς δημιούργησε ἀπό τόσο ἁπλά καί εὐτελή στοιχεῖα, δέν εἶναι ἄραγε ἱκανός καί νά μᾶς ἀναστήσει ἀπό τήν κατάσταση τῶν νεκρῶν; ᾿Εκεῖνος πού κάνει σῶμα ἀνθρώπινο αὐτό τό ἐξαρχῆς ἁπλό καί εὐτελές πράγμα, δέν μπορεῖ καί νά ἀναστήσει τό νεκρό σῶμα; ᾿Εκεῖνος πού ἀπό τήν ἀνυπαρξία ἔπλασε τήν ὕπαρξη, δέν μπορεῖ καί πεθαμένη νά τήν ἀναστήσει;



Ι´ . Πάρε, σέ παρακαλῶ, καί μιά ἄλλη ὁλοφάνερη ἀπόδειξη τῆς ἀναστάσεως πού παρατηρεῖται κάθε μήνα στ᾿ ἀστέρια τοῦ οὐρανοῦ. Τό σῶμα δηλαδή τῆς σελήνης χάνεται ἐντελῶς, ὥστε νά μή φαίνεται καί τό ἐλάχιστο μέρος του. Καί πάλι ἀρχίζει σιγά-σιγά νά ἐμφανίζεται στό στερέωμα καί φτάνει νά ἐπανέλθει ἐντελῶς στήν προηγούμενη μορφή καί κατάστασή του. Γιά νά γίνει δέ τό πράγμα καλύτερα ἀντιληπτό, κατά χρονικά διαστήματα, χάνεται ἡ σελήνη καί τή βλέπουμε νά γίνεται σάν αἷμα. Κι ἔπειτα ξαπαπαίρνει τή φωτεινή μορφή της. Αὐτό τό δημιούργησε ὁ Θεός, ὥστε κι ἐσύ ὁ ἄνθρωπος πού ἔχεις αἷμα, νά μή δείξεις ἀπιστία γιά τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. ᾿Αλλά, βλέποντας αὐτό πού συμβαίνει στή σελήνη, νά πιστέψεις ὅτι αὐτό θά γίνει καί μέ σένα.



Αὐτά τά ἐπιχειρήματα νά χρησιμοποιεῖς, ὅταν βρίσκεσαι ἀντιμέτωπος μέ τούς εἰδωλολάτρες. Σ᾿ ἐκείνους πού δέν παραδέχονται τίς Γραφές, νά ἀντιμάχεσαι μέ ὅπλα πού δέν εἶναι παρμένα ἀπ᾿ αὐτές, ἀλλά εἶναι φτιαγμένα ἀπό συλλογισμούς καί ἀποδείξεις. Γιατί βέβαια, αὐτοί δέν ξέρουν οὔτε ποιός εἶναι ὁ Μωυσῆς, οὔτε ποιός εἶναι ὁ ῾Ησαΐας, οὔτε ποιά εἶναι τά Εὐαγγέλια, οὔτε ποιός εἶναι ὁ ἀπόστολος Παῦλος.



ΙΑ´ . ῎Ας πᾶμε τώρα στούς Σαμαρεῖτες, οἱ ὁποῖοι ἐνῶ δέχονται τό Νόμο, ὅμως δέν δέχονται καθόλου τούς Προφῆτες καί φυσικά δέν τούς λέει τίποτα αὐτό τό ἀνάγνωσμα ἀπό τό βιβλίο τοῦ προφήτη ᾿Ιεζεκιήλ. Γιατί, ὅπως εἴπαμε, δέν παραδέχονται τούς Προφῆτες. Πῶς λοιπόν θά πείσουμε τούς Σαμαρεῖτες; ῎Ας ἔλθουμε σέ ὅσα γράφονται μέσα στό Νόμο. Λέει λοιπόν, ὁ Θεός στό Μωυσῆ· «᾿Εγώ εἶμαι ὁ Θεός τοῦ ᾿Αβραάμ καί τοῦ ᾿Ισαάκ καί τοῦ ᾿Ιακώβ» (πρβλ. ῎Εξ. 3, 6). ῾Οπωσδήποτε εἶναι Θεός αὐτῶν πού ζοῦν καί ὑπάρχουν. Γιατί ἄν ὁ ᾿Αβραάμ, ὁ ᾿Ισαάκ καί ὁ ᾿Ιακώβ μέ τό θάνατό τους ἔγιναν ἀνύπαρκτοι, τότε ὁ Θεός εἶναι Θεός ἐκείνων πού δέν ὑπάρχουν.



Πότε ἀκούστηκε ἕνας βασιλιάς νά πεῖ ὅτι ἐγώ εἶμαι βασιλιάς καί εἶμαι ἀρχιστράτηγος ἑνός στρατεύματος ἀνύπαρκτου; Πότε ἀκούστηκε νά κάνει κανείς ἐπίδειξη ἀνύπαρκτου πλούτου; Πρέπει λοιπόν νά ὑπάρχει ἀκόμα ὁ ᾿Αβραάμ, ὁ ᾿Ισαάκ καί ὁ ᾿Ιακώβ, γιά νά εἶναι ὁ Θεός, Θεός ζώντων. Γιατί δέν εἶπε ‘ἤμουνα Θεός τους’, ἀλλά εἶπε «εἶμαι Θεός τους» (πρβλ. ῎Εξ. 3, 6). Καί ὅτι ὑπάρχει μέλλουσα Κρίση, τό ἀποδεικνύει αὐτό πού εἶπε ὁ ᾿Αβραάμ πρός τόν Κύριο· «᾿Εκεῖνος πού κρίνει ὅλη τή γῆ, δέν θά κάνει Κρίση;» (Γέν. 18, 25).









ΙΒ´ . ᾿Αλλά καί σ᾿ αὐτό πάλι ἔχουν ἀντιρρήσεις οἱ ἀνόητοι Σαμαρεῖτες καί λένε ὅτι ἐνδέχεται νά παραμένουν στήν ὕπαρξη οἱ ψυχές τοῦ ᾿Αβραάμ, τοῦ ᾿Ισαάκ καί τοῦ ᾿Ιακώβ. Τά σώματά τους ὅμως δέν εἶναι δυνατόν νά ἀναστηθοῦν.



Τό ραβδί τοῦ Μωυσῆ τοῦ δίκαιου μπόρεσε κι ἔγινε δράκοντας (πρβλ. ῎Εξ. 4, 3) καί τά σώματα τῶν δίκαιων δέν μποροῦν νά ἀναστηθοῦν καί νά ζήσουν; ῎Εγινε ἐκεῖνο πού ἦταν «παρά φύσιν» καί δέν μπορεῖ νά ἀποκατασταθεῖ αὐτό πού εἶναι «κατά φύσιν»; Καί τό ραβδί τοῦ ᾿Ααρών, πού ἦταν κλαδί κομμένο καί ξερό, χωρίς σταγόνα νερό πέταξε βλαστάρια (πρβλ. ᾿Αριθμ. 17, 23). Καί αὐτό ἔγινε χωρίς νά τό δεῖ ὁ ἥλιος, βλάστησε ἀκριβῶς ὅπως βλασταίνουν τά διάφορα φυτά καί δέντρα στούς ἀγρούς. Καί ἐνῶ βρισκόταν κατάξερο, μέσα σέ μιά νύχτα ἀναπτύχθηκε καί καρποφόρησε τόσο, ὅσο τά συνήθη φυτά πού ποτίζονται συνέχεια στή διάρκεια πολλῶν ἐτῶν. Τό ραβδί τοῦ ᾿Ααρών, σάν νά ἦταν νεκρωμένο ἀναστήθηκε, καί δέν θά ἀναστηθεῖ ὁ ἴδιος ὁ ᾿Ααρών; ῾Ο Θεός πού θαυματούργησε, ἀνασταίνοντας τό ξύλο, γιά νά διατηρήσει τήν ἀρχιεροσύνη τοῦ ᾿Ααρών, δέν θά χαρίσει τήν ἀνάσταση στόν ἴδιο τόν ᾿Ααρών; ῾



Η γυναίκα τοῦ Λώτ μεταβλήθηκε σέ ἁλάτι κι ἄλλαξε ἡ φύση της (πρβλ. Γέν. 19, 26). ῾Η σάρκα ἄλλαξε καί ἔγινε ἁλάτι καί δέν μπορεῖ ἡ σάρκα ν᾿ ἀναστηθεῖ καί νά ξαναγίνει σάρκα, νά πάρει τήν πρώτη φύση της; ῾Η γυναίκα τοῦ Λώτ, ἔγινε ἁλάτινη στήλη καί δέν μπορεῖ ν᾿ ἀναστηθεῖ ἡ γυναίκα τοῦ ᾿Αβραάμ; Μέ ποιά δύναμη μεταβλήθηκε τό χέρι τοῦ Μωυσῆ, πού γιά μιά ὥρα ἔγινε σάν χιόνι καί πάλι ἀποκαταστάθηκε στήν πρώτη του μορφή; (Πρβλ. ῎Εξ. 4, 6-7). ῾Οπωσδήποτε μέ τοῦ Θεοῦ τό πρόσταγμα. Τότε λοιπόν τό πρόσταγμα τοῦ Θεοῦ εἶχε αὐτή τή δύναμη καί τώρα δέν τήν ἔχει;



ΙΓ´ . Καί ρωτῶ ἐσᾶς τούς Σαμαρεῖτες, πού σκέπτεσθε σάν νά εἶσθε οἱ πιό ἀνόητοι ἀπό ὅλους τούς ἀνόητους ἀνθρώπους τῆς οἰκουμένης· Ποιός πρῶτος καί μέ ποιό τρόπο δημιούργησε τόν ἄνθρωπο ἀπό τό μηδέν; ᾿Ελᾶτε στή Γένεση, στό πρῶτο βιβλίο τῆς ῾Αγίας Γραφῆς, πού καί ἐσεῖς παραδεχόσαστε· «Καί ἔπλασε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, παίρνοντας χῶμα ἀπό τή γῆ» (Γέν. 2, 7). Τό χῶμα γίνεται σάρκα καί ἡ σάρκα δέν μπορεῖ νά ξαναγίνει σάρκα;



Σᾶς ρωτῶ πάλι: ᾿Από ποῦ προῆλθαν οἱ οὐρανοί, ἡ γῆ καί ἡ θάλασσα; ᾿Από ποῦ δημιουργήθηκαν ὁ ἥλιος, ἡ σελήνη καί τ᾿ ἀστέρια; Πῶς γεννήθηκαν ἀπό τά νερά τά πουλιά καί τά ψάρια; Καί πῶς ὅλα τά ζῶα πλάστηκαν ἀπό τή γῆ; Τόσες μυριάδες πλάσματα ἦρθαν ἀπό τήν ἀνυπαρξία στήν ὕπαρξη. Κι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι, πού εἴμαστε πλασμένοι «κατ᾿ εἰκόνα» Θεοῦ, δέν θά ἀναστηθοῦμε;

Πραγματικά, εἶναι γεμάτη ἀπιστία αὐτή ἡ σκέψη καί πολύ ἀξιοκατάκριτοι εἶναι ὅσοι δείχνουν ἀπιστία. ῾Ο ᾿Αβραάμ λέει πρός τόν Κύριο: «᾿Εσύ πού κρίνεις ὅλη τή γῆ» (Γέν. 18, 25) καί δέν Τόν πιστεύουν ὅσοι μελετοῦν τό Νόμο. Καί ἐνῶ εἶναι γραμμένο ὅτι «ὁ ἄνθρωπος δημιουργήθηκε ἀπό τό χῶμα τῆς γῆς» (πρβλ. Γέν. 3, 19), αὐτοί πού διαβάζουν τό Νόμο θεωροῦν τόν Θεό ἀνίσχυρο νά ἀναστήσει τούς νεκρούς.



ΙΔ´ . Αὐτά λοιπόν τά ἐπιχειρήματα εἶναι γιά ὅσους δέν πιστεύουν στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Γιά μᾶς ὅμως πού πιστεύουμε, εἶναι σκόπιμο νά γνωρίζουμε ὅσα ἀναφέρουν οἱ Προφῆτες. ᾿Επειδή ὅμως καί μερικοί πού μελετοῦν τούς Προφῆτες δέν πιστεύουν σ᾿ ὅσα ἐκεῖ βρίσκουν γραμμένα καί παίρνουν σάν ἐπιχείρημα καί μᾶς λένε ἐκεῖνο τό «δέν θά ἀναστηθοῦν οἱ ἀσεβεῖς στή μέλλουσα Κρίση» (Ψαλμ. 1, 5) καί τό «ἄν κατεβεῖ ὁ ἄνθρωπος στόν ῞Αδη, δέν πρόκειται πιά νά ξανανεβεῖ» (᾿Ιώβ 7, 9) καί ἀκόμα τό «δέν θά Σέ ὑμνήσουν οἱ νεκροί, Κύριε» (Ψαλμ. 113, 25) —γιατί χρησιμοποιοῦν λανθασμένα, ὅσα εἶναι γραμμένα σωστά— εἶναι καλό τώρα νά τούς ἀπαντήσουμε, μέ λίγα λόγια, ὅσο ἐπιτρέπουν οἱ δυνάμεις μας καί οἱ συνθῆκες τῆς σημερινῆς Κατήχησης.

Οταν λέει ὁ Ψαλμωδός ὅτι οἱ ἀσεβεῖς δέν θά ἀναστηθοῦν γιά νά κριθοῦν, ἐννοεῖ, ὄχι πώς καθόλου δέν θά κριθοῦν, ἀλλά ὅτι θά κατακριθοῦν. Γιατί δέν χρειάζεται νά τούς πολυεξετάσει ὁ Θεός γιά τίς πράξεις τους. ᾿Αντίθετα, μόλις οἱ ἀσεβεῖς ἀναστηθοῦν, ταυτόχρονα καί θά καταδικαστοῦν. Αὐτό πού λέει ὁ Ψαλμωδός ὅτι «δέν θά Σέ ὑμνήσουν Κύριε, οἱ νεκροί», σημαίνει ὅτι μόνο σ᾿ αὐτή τή ζωή ὑπάρχει ἡ δυνατότητα γιά μετάνοια καί ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, κατά τή διάρκεια τῆς ὁποίας, ὅσοι χαίρονται καί ἀπολαμβάνουν αὐτά τά ἀγαθά, μποροῦν νά ὑμνοῦν τόν Θεό. Γιατί δέν θά μποροῦν νά ὑμνοῦν τόν Θεό, μετά τό θάνατό τους, σάν εὐεργετημένοι, ὅσοι πέθαναν μέσα στίς ἁμαρτίες τους, ἀλλά αὐτοί θά θρηνοῦν καί θά ὀδύρονται. Γιατί ὁ αἶνος βγαίνει αὐθόρμητα ἀπό τίς ψυχές αὐτῶν πού ζοῦν μέ αἰσθήματα καί βιώματα εὐχαριστίας, ἐνῶ ὁ ὀδυρμός πηγάζει ἀπό τίς ψυχές ἐκείνων πού τιμωροῦνται. Τότε λοιπόν οἱ δίκαιοι θά ὑμνοῦν, ἐνῶ ὅσοι θά πεθάνουν ἀμετανόητοι γιά τίς ἁμαρτίες τους, δέν θά ἔχουν πλέον εὐκαιρίες γιά μετάνοια καί ἐξομολόγηση.



ΙΕ´ . ῞Οσο γι᾿αὐτό τό «ἄν κατεβεῖ ἕνας ἄνθρωπος στόν ῞Αδη, δέν θά ξανανεβεῖ» (᾿Ιώβ 7, 9), κοίταξε τά παρακάτω. Εἶναι γραμμένο στόν ἑπόμενο ἀκριβῶς στίχο πώς, «ὅποιος κατεβεῖ στόν ῞Αδη, δέν μπορεῖ πιά ν᾿ ἀνεβεῖ καί νά γυρίσει στό σπίτι του». ᾿Αφοῦ θά γίνει ἡ συντέλεια τοῦ κόσμου καί ὅλα τά σπίτια θά καταστραφοῦν, πῶς θά ξαναγυρίσει στό σπίτι του κανείς, ἀφοῦ ὅλη ἡ γῆ θά μεταβληθεῖ, θά δημιουργηθεῖ ἐκ νέου; ῎



Επρεπε ὅσοι τά λένε αὐτά ν᾿ ἀκούσουν τόν ᾿Ιώβ πού λέει: «῾Υπάρχει ἐλπίδα γιά τό δέντρο. ῎Αν αὐτό κοπεῖ θά ξανανθίσει καί τά βλαστάρια του ποτέ δέν θά τοῦ λείψουν. Κι ἄν ἡ ρίζα του γεράσει μέσα στή γῆ ἤ ἄν μέσα σέ πετρῶδες κι ἄγονο ἔδαφος μαραθοῦν τά βλαστάρια του, πάλι καί μόνο μέ τήν ὑγρασία θά ξανανθίσει καί θά φέρει καρπό στό θερισμό, σάν νά ἦταν νεοφυτεμένο. Κι ὁ ἄνθρωπος ἅμα πεθάνει, θά χαθεῖ; ῎Αν πέσει καί ταφεῖ ὁ θνητός ἄνθρωπος, ἄραγε δέν θά ξαναζήσει;» (᾿Ιώβ 14, 7-10). ῎Οχι λοιπόν σάν παράκληση ἤ σάν ἐπιτίμηση, ἀλλά ἔτσι ἐρωτηματικά πρέπει νά διαβάζεται τό «δέν θά ξαναζήσει». ᾿Αφοῦ λοιπόν, λέει ὁ ᾿Ιώβ, τό δέντρο πέφτει καί πάλι ἀνασταίνεται, ὁ ἄνθρωπος, γιά τόν ὁποῖο τό δέντρο δημιουργήθηκε, δέν θ᾿ ἀναστηθεῖ;



Καί γιά νά μή νομίσεις ὅτι προσπαθῶ νά βρῶ νόημα, ὅπως τό θέλω, ἐκεῖ πού τό κείμενο δέν μοῦ τό δίνει, διάβασε καί τή συνέχεια. Γιατί μετά, ἀφοῦ διατύπωσε ὑπό τύπον ἐρωτήσεως τό, «ὅταν πέσει ὁ ἄνθρωπος δέν θά ξαναναστηθεῖ», λέει· «Γιατί κι ἄν πεθάνει ὁ ἄνθρωπος, ὅμως θά ζήσει» (᾿Ιώβ 14, 14). Καί ἀμέσως συνεχίζει· «Θά μείνω θαμμένος στή γῆ μέχρι νά ξανάρθω στή ζωή». Καί στόν ἴδιο στίχο πάλι λέει· «Αὐτός πού πρόκειται νά ἀναστήσει τό σῶμα μου, πού βρίσκεται στή γῆ καί ἐξαντλητικά γεύεται ὅλα αὐτά» (πρβλ. ᾿Ιώβ 19, 25-26).



Καί ὁ προφήτης ῾Ησαΐας, λέει· «Θ᾿ ἀναστηθοῦν οἱ νεκροί καί θά σηκωθοῦν ὅσοι βρίσκονται μέσα στούς τάφους» (῾Ησ. 26, 19). Καί ὁ προφήτης ᾿Ιεζεκιήλ, τήν προφητεία τοῦ ὁποίου ἐδῶ μόλις τώρα διαβάσαμε, λέει ξεκάθαρα· «᾿Εγώ θά ἀνοίξω τά μνήματά σας καί θά σᾶς βγάλω ἀπό τούς τάφους σας». (᾿Ιεζ. 37, 12). Καί ὁ προφήτης Δανιήλ λεει· «Πολλοί, ἀπ᾿ ἐκείνους πού κοιμοῦνται στό χῶμα τῆς γῆς θά ἀναστηθοῦν, ἄλλοι γιά νά ζήσουν τήν αἰώνια ζωή καί ἄλλοι γιά νά καταδικαστοῦν σέ αἰώνια ντροπή καί ὄνειδος» (πρβλ. Δαν. 12, 2).



ΙϚ´ . Πολλά κείμενα τῆς ἁγίας Γραφῆς μαρτυροῦν γιά τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. Γιατί ὑπάρχουν καί πολλά ἄλλα ρητά σχετικά μ᾿ αὐτό τό θέμα. Σάν ὑπόμνηση καί μόνο σᾶς ἀναφέρω ἐπιγραμματικά τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου, πού ἦταν τέσσερις ἡμέρες νεκρός στό μνῆμα, καί λόγω τῆς ἐλλείψεως τοῦ χρόνου, σᾶς θυμίζω μόνο τήν ἀνάσταση τοῦ γιοῦ τῆς χήρας, στή Ναΐν. Σάν ὑπενθύμιση μόνο ἀναφέρω καί τή θυγατέρα τοῦ ἀρχισυνάγωγου καί ἀκόμα ἐκεῖνο πού ἀναφέρεται στό ἱερό Εὐαγγέλιο, ὅτι δηλαδή σχίστηκαν οἱ πέτρες καί πολλά σώματα τῶν ἁγίων, πού εἶχαν κοιμηθεῖ ἀναστήθηκαν, ἀφοῦ ἀνοίχτηκαν μέ τό σεισμό τά μνήματά τους (πρβλ. Ματθ. 27, 51-52). Πάνω ἀπ᾿ ὅλα ὅμως, ἄς μήν ξεχνᾶμε, ὅτι ὁ Χριστός ἀναστήθηκε.



Δέν ἀνέφερα τόν προφήτη ᾿Ηλία καί τό γιό τῆς χήρας πού ὁ Προφήτης ἀνέστησε καί τόν προφήτη ᾿Ελισσαῖο, ὁ ὁποῖος δυό φορές ἀνέστησε νεκρό καί ὅταν ζοῦσε καί μετά τό θάνατό του. ῞Οταν ζοῦσε ἀνέστησε τό νεκρό μέ τή δύναμη τῆς ἅγιας ψυχῆς του. Γιά νά μήν τιμηθοῦν ὅμως μόνο οἱ ψυχές τῶν δίκαιων καί γιά νά γίνει πιστευτό ὅτι καί τά σώματα τῶν δίκαιων ἔχουν δύναμη, ὁ νεκρός πού ἔριξαν στόν τάφο τοῦ ᾿Ελισσαίου, ὅταν ἀκούμπησε τό νεκρό σῶμα τοῦ Προφήτη, ἀναστήθηκε (πρβλ. Δ´ Βασ. 13, 21).



Τό νεκρό σῶμα τοῦ Προφήτη ἔκανε ἔργο ζωντανῆς ψυχῆς. Καί τό πεθαμένο σῶμα, πού ἦταν θαμμένο στό χῶμα, χάρισε στό νεκρό τή ζωή. Κι ἐνῶ αὐτό χάρισε τή ζωή, ἔμεινε τό ἴδιο νεκρό. Γιατί; Γιά νά μή θεωρηθεῖ, μετά τήν ἀνάσταση, ὅτι ἡ ψυχή μόνο τοῦ ᾿Ελισσαίου ἔκανε αὐτό τό θαῦμα. ᾿Αλλά νά ἀποδειχτεῖ πώς καί ὅταν δέν εἶναι παρούσα ἡ ψυχή, ὑπάρχει μιά δύναμη μέσα στά σώματα τῶν ῾Αγίων, λόγω τῆς παραμονῆς, ἐπί τόσα χρόνια μέσα σ᾿ αὐτά, τῆς δίκαιης ψυχῆς, τήν ὁποία τό σῶμα ὑπηρετοῦσε. Καί ἄς μήν παραμένουμε στήν ἀπιστία ἤ στή δυσπιστία, διατηρούμενοι σέ πνευματικό νηπιασμό, σάν νά μήν ἔχει γίνει αὐτό τό θαῦμα. Γιατί, ἄν τά σάβανα καί τά σεντόνια πού ἀγγίζουν ἐξωτερικά τά σώματα, ὅταν τ᾿ ἀκουμποῦσαν οἱ ἄρρωστοι, γίνονταν καλά, τό ἴδιο τό σῶμα τοῦ Προφήτη δέν θά μποροῦσε νά χαρίσει τήν ἀνάσταση στό νεκρό;



ΙΖ´ . Θά μπορούσαμε πολλά νά ποῦμε πάνω σ᾿ αὐτό τό θέμα, ἐξηγώντας μέ λεπτομέρειες ὅλα τά παράδοξα πού ἔχουν συμβεῖ. ᾿Επειδή ὅμως ἔχετε ἤδη κουραστεῖ καί ἀπό τά προηγούμενα καί ἀπό τήν αὐστηρή νηστεία τῆς Παρασκευῆς καί ἀπό τήν ἀγρυπνία, σᾶς τά ἀνέφερα αὐτά μέ συντομία σάν νά ἔριχνα σπόρους ἐδῶ κι ἐκεῖ. ῞Ωστε ἐσεῖς σάν τήν εὔφορη καί γόνιμη γῆ νά δεχτεῖτε τό σπόρο, νά βλαστήσετε στάχυα καί νά φέρετε πολλούς καρπούς. ῎



Ας θυμηθοῦμε ἀκόμα ὅτι καί οἱ ᾿Απόστολοι ἀναστήσανε νεκρούς. ῾Ο ἀπόστολος Πέτρος ἀνέστησε τήν Ταβιθά στήν ᾿Ιόππη. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος ἀνέστησε τόν Εὔτυχο στήν Τρωάδα καί ὅλοι οἱ ᾿Απόστολοι ἀνέστησαν νεκρούς, παρόλο πού τά θαύματά τους δέν εἶναι γραμμένα στήν ἁγία Γραφή καί δέν τά γνωρίζουμε.



Θυμηθεῖτε ἐπίσης ὅλα ὅσα ἀναφέρονται στήν πρώτη πρός Κορινθίους ἐπιστολή, πού ἔχει γράψει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, σ᾿ ἐκείνους πού ρωτοῦσαν καί ἔλεγαν: «Πῶς θ᾿ ἀναστηθοῦν οἱ νεκροί; Μέ ποιό σῶμα θά ξαναζήσουν;» (Α´ Κορ. 15, 35). Καί τό: «῎Αν οἱ νεκροί δέν θ᾿ ἀναστηθοῦν, οὔτε ὁ Χριστός ἔχει ἀναστηθεῖ» (Α´ Κορ. 15, 16). Θυμηθεῖτε ὅτι ὀνόμασε ἄφρονες ἐκείνους πού δέν πιστεύουν σ᾿ ὅλη τή διδασκαλία τῆς ἁγίας Γραφῆς, πού ἀναφέρεται στήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν. ᾿



Ακόμα θυμηθεῖτε ὅτι ὁ ἴδιος ἔγραψε πρός τούς Θεσσαλονικεῖς: «Δέν θέλουμε, ἀδελφοί, νά ἀγνοεῖτε, τή χριστιανική διδασκαλία σχετικά μέ τούς κεκοιμημένους, γιά νά μήν αἰσθανόσαστε λύπη, ὅπως ὅλοι οἱ ἄπιστοι καί οἱ εἰδωλολάτρες, οἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν ἐλπίδα» (Α ´ Θεσ. 4, 13) κ.τ.λ. Κυρίως δέ αὐτό πού λέει: Καί ὅσοι πέθαναν πιστοί καί ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό θά πρωτοαναστηθοῦν. (Α´ Θεσ. 4, 16).

ΙΗ´ . ᾿Ιδιαίτερα ὅμως πρέπει νά κρατήσετε ἔντονα στήν ψυχή σας αὐτό τό ὁποῖο ἐπίμονα τονίζει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ὁποῖος δείχνοντας τό δικό του σῶμα, λέει: «Διότι πρέπει αὐτό τό φθαρτό σῶμα νά ἐνδυθεῖ τήν ἀφθαρσία καί τό θνητό αὐτό κορμί νά ἐνδυθεῖ τήν ἀθανασία» (Α´ Κορ. 15, 53). Αὐτό βέβαια τό σῶμα μας θά ἀναστηθεῖ, χωρίς ὅμως τήν ἀσθενικότητα πού ἔχει τώρα. ᾿Αλλά τό ἴδιο αὐτό θά ἀναστηθεῖ καί ἀφοῦ θά ἐνδυθεῖ τήν ἀφθαρσία, θά μεταμορφωθεῖ, ὅπως ἀκριβῶς γίνεται καί μέ τό σίδερο πού μπαίνει στή φωτιά καί γίνεται κι αὐτό φωτιά. ῎Η γιά νά τό ποῦμε καλύτερα, τό σῶμα θά ἀναστηθεῖ καί θά γίνει ἄφθαρτο μέ τόν τρόπο πού γνωρίζει μονάχα ὁ Κύριος, πού ἀνασταίνει τό νεκρό σῶμα.



Αὐτό λοιπόν τό σῶμα θά ἀναστηθεῖ. Δέν θά μείνει ὅμως ἔτσι πού εἶναι τώρα. ᾿Αλλά θά εἶναι πιά κατάλληλο γιά τήν αἰωνιότητα. Δέν θά ἔχει πιά ἀνάγκη ἀπό ὑλικές τροφές γιά νά ζήσει, οὔτε σκάλες γιά ν᾿ ἀνεβαίνει. Γιατί θά γίνει πνευματικό (πρβλ. Α´ Κορ. 15, 44), κάτι θαυμαστό, πού ὅμοιο τώρα δέν ἔχουμε, γιά νά τό παραβάλλουμε12. Τότε, λέει ἡ ἁγία Γραφή, οἱ δίκαιοι θά λάμψουν ὅπως ὁ ἥλιος (πρβλ. Ματθ. 13, 43) καί ὅπως ἡ σελήνη καί ὅπως ὁ λαμπρός οὐρανός.



Κι ἐπειδή ὁ Θεός προγνώριζε τήν ἀπιστία τῶν ἀνθρώπων δημιούργησε ἐκεῖνα τά πολύ μικρά σκουληκάκια πού τό καλοκαίρι ἀκτινοβολοῦν μέ λάμψη, ἡ ὁποία βγαίνει ἀπό τό ἴδιο τους τό σῶμα. ῞Ωστε ἀπό αὐτά πού τώρα βλέπουμε μέ τά σωματικά μάτια, νά συμπεράνουμε καί αὐτό πού προσδοκᾶμε, δηλαδή ὅτι τά σώματά μας θά γίνουν φωτεινά. Γιατί ὁ Θεός, πού μᾶς χάρισε αὐτή τήν ἐπίγεια ἐμπειρία, μπορεῖ νά μᾶς χαρίσει στή μέλλουσα ζωή καί τήν ὁλοκλήρωσή της. ᾿Εκεῖνος πού ἔκανε νά λάμπει τό σκουλήκι πολύ περισσότερο θά κάνει νά λάμψει ὁ δίκαιος ἄνθρωπος.



ΙΘ´ . Θ᾿ ἀναστηθοῦμε λοιπόν καί θά ἔχουμε ὅλοι αἰώνια σώματα. ᾿Αλλά δέν θά εἶναι ἴδια ὅλων τά σώματα. ῎Αν κάποιος εἶναι δίκαιος, θά λάβει ἐπουράνιο σῶμα, γιά νά μπορεῖ ἐπάξια νά συναναστρέφεται μέ τούς ᾿Αγγέλους. Κι ἄν κάποιος εἶναι ἁμαρτωλός, θά λάβει σῶμα πού αἰώνια θά τιμωρεῖται γιά τίς ἁμαρτίες του, ὥστε, μολονότι θά καίγεται σ᾿ αἰώνια φωτιά, νά μή μπορέσει ποτέ ν᾿ ἀφανιστεῖ.



Πολύ δίκαια ὁ Θεός παραχωρεῖ αὐτά καί γιά τίς δυό μερίδες, τῶν δίκαιων καί τῶν ἄδικων. Γιατί τίποτα δέν κάναμε, χωρίς νά συμμετέχει τό σῶμα μας. Βλασφημοῦμε μέ τό στόμα, προσευχόμαστε μέ τό στόμα, πορνεύουμε μέ τό σῶμα, ζοῦμε ἁγνή ζωή μέ τό σῶμα. ῾Αρπάζουμε μέ τά χέρια, δίνουμε ἐλεημοσύνες μέ τά χέρια καί ὅλα τά ὑπόλοιπα. ᾿Επειδή λοιπόν σέ ὅλα, ὅσα κάναμε, μᾶς ὑπηρέτησε τό σῶμα, παίρνει καί αὐτό μέρος στίς ἀπολαβές τῆς μέλλουσας ζωῆς.

Κ’. ῎Ας λυπηθοῦμε, λοιπόν, ἀδελφοί μου, τά σώματά μας κι ἄς μήν τά κακομεταχειριστοῦμε, σάν νά ἦταν ξένα. Νά μήν ποῦμε αὐτό πού λένε οἱ αἱρετικοί ὅτι εἶναι ξένο τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς μας, τό σῶμα μας, ἀλλά ἄς τό σπλαχνιστοῦμε ὡς κάτι δικό μας. Γιατί πρέπει νά δώσουμε λόγο στόν Κύριο, γιά ὅλα ὅσα πράξαμε μέ τό σῶμα (πρβλ. Β´ Κορ. 5, 10). Μήν πεῖς ποτέ «κανείς δέν μέ βλέπει» (πρβλ. Σοφ. Σειρ. 23, 18. ῾Ησ. 29, 15), μή νομίσεις ὅτι δέν ὑπάρχει μάρτυρας τῶν πράξεών σου. Μπορεῖ πολλές φορές, πράγματι, νά μή σέ βλέπει ἄνθρωπος. ῞Ομως ὁ Πλάστης, ὁ ἀόρατος καί αἰώνιος μάρτυρας, παραμένει πάντα στόν οὐρανό ἀξιόπιστος (Ψαλμ. 88, 38) καί βλέπει ὅλα ὅσα συμβαίνουν. ᾿Αλλά μένουν καί τά ἀποτυπώματα τῆς ἁμαρτίας στό σῶμα.



Γιατί, ὅπως ἀκριβῶς μιά βαθιά πληγή στό σῶμα, κι ἄν ἀκόμα θεραπεύτηκε, ἀφήνει οὐλή, ἔτσι καί ἡ ἁμαρτία πληγώνει τήν ψυχή καί τό σῶμα καί ἀφήνει σ᾿ ὅλο τό σῶμα πλέον σημάδια καί οὐλές, οἱ ὁποῖες ἀφαιροῦνται μόνο ἀπό τά σώματα ἐκείνων, πού δέχτηκαν τό ἅγιο Βάπτισμα. ῞Ολα τά περασμένα τραύματα τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος, τά θεραπεύει ὁ Θεός μέ τό Βάπτισμα. ῎



Ας προσέξουμε ὅμως ὅλοι μας νά διαφυλάξουμε τόν ἑαυτό μας, ἀπό ἐκεῖνα πού μπορεῖ νά συμβοῦν στό μέλλον, ὥστε νά διατηρήσουμε καθαρό τό χιτώνα τοῦ σώματος καί νά μή χάσουμε τήν οὐράνια σωτηρία, ἐξαιτίας μιᾶς πορνείας ἤ ἡδυπάθειας ἤ κάποιας ἄλλης ἁμαρτωλῆς πράξης. ᾿Αλλά νά κληρονομήσουμε τήν αἰώνια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, τῆς ὁποίας εἴθε μέ τή Χάρη Του νά σᾶς ἀξιώσει ὅλους σας ὁ Θεός.



ΚΑ´ . Αὐτά εἶχα νά πῶ σάν ἀπόδειξη τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν. ῾Η ἐκφώνηση δέ τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, πού τώρα θά σᾶς κάνω, νά γίνει καί ἀπό σᾶς μέ ἰδιαίτερη προσοχή γιά κάθε λέξη καί νά τή μάθετε ἀπό στήθους.

























ΚΒ´ . Στή συνέχεια τό Σύμβολο τῆς Πίστεως πού ἐκφωνήσαμε περιέχει τό ἄρθρο: Πιστεύω σ᾿ ἕνα Βάπτισμα μετάνοιας πού συγχωρεῖ τίς ἁμαρτίες καί σέ Μία, ῾Αγία, Καθολική ᾿Εκκλησία καί στήν ἀνάσταση τοῦ σώματος καί στήν αἰώνια ζωή. Γιά τό Βάπτισμα καί τή μετάνοια ἔχουμε μιλήσει στίς πρῶτες Κατηχήσεις καί τά σχετικά μέ τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν, πού εἰπώθηκαν λίγο πρίν, ἀναφέρονταν στήν ἀνάσταση τοῦ σώματος. ᾿Απομένει τώρα νά μιλήσουμε καί γιά τό ὑπόλοιπο τμῆμα αὐτοῦ τοῦ ἄρθρου πού ἀναφέρεται στή «Μία, ῾Αγία, Καθολική ᾿Εκκλησία». Πάνω σ᾿ αὐτό τό ἄρθρο θά μπορούσαμε νά ποῦμε πολλά, ἀλλά θά τά ἐκθέσουμε συνοπτικά.

ΚΓ´ . ῾Η ᾿Εκκλησία λοιπόν, ὀνομάζεται «Καθολική», ἐπειδή προορίζεται νά περιλάβει στούς κόλπους της κάθε ἄνθρωπο ἀπό ὅλη τήν οἰκουμένη, πού ἁπλώνεται ἀπό τή μιά ὡς τήν ἄλλη ἄκρη τῆς γῆς. Καί ἀκόμα ἐπειδή διδάσκει τήν ὅλη χριστιανική ἀλήθεια, χωρίς νά παραλείπει τό παραμικρό ἀπό τίς δογματικές ἀλήθειες πού πρέπει νά γνωρίζει ὁ κάθε χριστιανός, σχετικά μέ ὅσα εἶναι ὁρατά καί ἀόρατα, ἐπουράνια καί ἐπίγεια. ᾿Ακόμα τήν ὀνομάζουμε «Καθολική»14, γιατί φέρνει στήν εὐσεβή ζωή ὅλο τό γένος τῶν ἀνθρώπων, ἄρχοντες καί ὑπήκοους, γραμματισμένους καί ἀγράμματους. Καί ἐπιπλέον γιατί γιατρεύει καί θεραπεύει κάθε εἶδος ἁμαρτίας πού ἔχει διαπραχθεῖ μέ τήν ψυχή ἤ μέ τό σῶμα. Τέλος, τήν ὀνομάζουμε «Καθολική», γιατί περικλείει μέσα της ὅλες τίς ἀρετές πού ἐκφράζονται μέ τά ἔργα, μέ τά λόγια καί γενικά μέ κάθε εἴδους χαρίσματα πνευματικά.



ΚΔ´ . «᾿Εκκλησία» ὀνομάζεται γιατί, ὅπως δηλώνει καί ἡ λέξη, συγκαλεῖ σέ μία σύναξη ὅλους τούς ἀνθρώπους, καθώς ὁ Κύριος λέει στό βιβλίο τοῦ Λευιτικοῦ: ῞Ολους τούς ᾿Ισραηλίτες πού ἔχουν ὑποχρέωση καί δικαίωμα γιά τά κοινά «ἐκκλησίασον», δηλαδή συγκέντρωσέ τους μπροστά στίς θύρες τῆς Σκηνῆς τοῦ Μαρτυρίου (Λευιτ. 8, 3). Πρέπει νά σημειωθεῖ ὅτι τό «ἐκκλησίασον» ἀναφέρεται πρώτη φορά σ᾿ αὐτό τό σημεῖο τῆς ἁγίας Γραφῆς, ὅταν ὁ Κύριος καθιστοῦσε τόν ᾿Ααρών ἀρχιερέα. Στό βιβλίο ἐπίσης τοῦ Δευτερονομίου λέει ὁ Θεός στό Μωυσῆ: «᾿Εκκλησίασον», δηλαδή συγκέντρωσε «ἐνώπιόν μου τό λαό καί ἄς ἀκούσουν τούς λόγους μου, γιά νά μάθουν νά μέ σέβονται καί νά μέ φοβοῦνται» (Δευτ. 4, 10). ῾Η λέξη «᾿Εκκλησία» ἀναφέρεται πάλι, ὅταν γίνεται λόγος γιά τίς πλάκες τοῦ Νόμου: «Πάνω σ᾿ αὐτές ἦταν γραμμένο καθετί πού εἶπε σ᾿ ἐσᾶς ὁ Κύριος, πάνω στό ὄρος Σινᾶ, μέσα ἀπό τό θεϊκό πῦρ, κατά τήν ἡμέρα τῆς ἐκκλησίας» (Δευτ. 9, 10). Σάν νά ἤθελε μέ αὐτό τό «κατά τήν ἡμέρα τῆς ἐκκλησίας» νά πεῖ πιό καθαρά «κατά τήν ἡμέρα πού ὁ Θεός σᾶς κάλεσε καί σᾶς σύναξε». ῾Ο Ψαλμωδός ἐπίσης λέει· «Θά προσευχηθῶ ἀπό τό βάθος τῆς καρδιᾶς μου, Κύριε, μέσα σέ μεγάλη ἐκκλησία, ἀνάμεσα σέ πολύ πυκνό πλῆθος λαοῦ, θά Σέ ὑμνήσω» (Ψαλμ. 34, 18).



ΚΕ´ . Πρωτύτερα λοιπόν ἔψαλε ὁ Ψαλμωδός: «Μέσα στήν ἐκκλησία νά δοξολογεῖτε τόν Θεό, τόν Κύριο, ὅλοι σεῖς οἱ ἀπόγονοι τοῦ ᾿Ισραήλ» (Ψαλμ. 67, 27). ᾿Αφοῦ ὅμως οἱ ᾿Ιουδαῖοι ἔχασαν τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐξαιτίας τῆς κακόβουλης στάσης τους ἐνάντια στόν Σωτήρα Χριστό, ὁ Σωτήρας ἵδρυσε δεύτερη ᾿Εκκλησία, τή χριστιανική, ἡ ὁποία συγκροτεῖται ἀπό ἀνθρώπους πού ἀνήκουν σέ διάφορα ἄλλα ἔθνη, ἐκτός τοῦ ᾿Ισραήλ15. Γι᾿ αὐτήν τήν ᾿Εκκλησία εἶπε ὁ Κύριος στόν ἀπόστολο Πέτρο· «Πάνω σ᾿ αὐτήν τήν Πέτρα θά οἰκοδομήσω τήν ᾿Εκκλησία μου καί δέν θά τήν κατανικήσουν οἱ δυνάμεις τοῦ ῞Αδη» (Ματθ. 16, 18).

Προφητεύοντας γι᾿ αὐτές τίς δύο ᾿Εκκλησίες ἔλεγε ξεκάθαρα ὁ προφήτης Δαβίδ· γιά μέν τήν πρώτη ᾿Ιουδαϊκή ἐκκλησία: «Μίσησα τήν ἐκκλησία τῶν δόλιων καί πονηρῶν ἀνθρώπων» (Ψαλμ. 25, 5). Γιά δέ τή δεύτερη, πού θά δημιουργεῖτο ἀπό τόν Χριστό: «Κύριε, ἀγάπησα μ᾿ ὅλη μου τήν ψυχή τήν εὐπρέπεια τοῦ οἴκου Σου» (Ψαλμ. 25, 8). Καί ἀμέσως, στή συνέχεια: «Μέσα στήν ἐκκλησία θά εὐλογήσω Κύριε τό ῎Ονομά Σου» (Ψαλμ. 25, 12). ᾿Αφοῦ λοιπόν ἡ μιά, ἡ ᾿Ιουδαϊκή ἐκκλησία στερήθηκε τή θεία Χάρη, οἱ ᾿Εκκλησίες τοῦ Χριστοῦ πληθύνθηκαν καί γέμισαν ὅλη τήν οἰκουμένη. Γι᾿ αὐτές τίς ᾿Εκκλησίες εἶναι γραμμένο στούς Ψαλμούς: «Ψάλατε στόν Κύριο καινούριο ὕμνο. ῾Η δοξολογία τοῦ ᾿Ονόματός Του ἄς ἀντηχήσει στήν ἐκκλησία τῶν ἀφοσιωμένων δούλων Του» (Ψαλμ. 149, 1). Σχετικά μέ αὐτά τά λόγια τοῦ Ψαλμοῦ εἶναι κι ἐκεῖνα πού εἶπε πρός τούς ᾿Ιουδαίους ὁ προφήτης Μαλαχίας: «Δέν εὐαρεστοῦμαι πλέον σέ σᾶς, λέει ὁ Κύριος ὁ Παντο–κράτορας» (Μαλ. 1, 10). Καί ἀμέσως συνεχίζει: «Διότι ἀπ᾿ τά χαράματα μέχρι τή δύση τό ῎Ονομά μου δοξάζεται ἀπό τά ἔθνη» (Μαλ. 1, 11). Γι᾿ αὐτήν τήν ῾Αγία, Καθολική ᾿Εκκλησία γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στόν Τιμόθεο: «Γιά νά γνωρίσεις πῶς πρέπει νά συμπεριφέρεται κανείς στόν οἶκο τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ὁ στύλος καί τό θεμέλιο τῆς ἀλήθειας» (Α´ Τιμ. 3, 15)16.



ΚϚ´ . ῾Η λέξη ὅμως ἐκκλησία ἔχει πολλές χρήσεις, ὅπως π.χ. ἔχει χρησιμοποιηθεῖ στό βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν ᾿Αποστόλων, ὅπου ὁ συγγραφέας λέγοντας ἐκκλησία ἀναφέρεται στόν ὄχλο τῶν ᾿Εφεσίων, πού ἦταν συγκεντρωμένος στό θέατρο: «᾿Αφοῦ εἶπε αὐτά, ἀπέλυσε τήν ἐκκλησία» (Πράξ. 19, 41). Κατά κυριολεξία βέβαια θά μποροῦσε κανείς πραγματικά νά ὀνομάσει «ἐκκλησία πονηρευομένων» τίς συνάξεις τῶν αἱρετικῶν, ἐννοῶ τίς συγκεντρώσεις τῶν ὀπαδῶν τοῦ Μαρκίωνα, τοῦ Μάνη, καί ὅλων τῶν ἄλλων. Γι᾿ αὐτό καί τό Σύμβολο τῆς Πίστεως, γιά νά εἶσαι σίγουρος ὅτι μιά ἀνθρώπινη συγκέντρωση εἶναι ἐκκλησία17, σοῦ παρέδωσε κι αὐτό πού ἀναφέρει τό ἴδιο ἄρθρο στή συνέχεια, δηλαδή τό «εἰς Μίαν ῾Αγίαν, Καθολικήν ᾿Εκκλησίαν», ὥστε νά ἀποφεύγεις τίς μιαρές συγκεντρώσεις τῶν αἱρετικῶν καί νά παραμένεις ἰσόβια μέλος τῆς ῾Αγίας, Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, στούς κόλπους τῆς ὁποίας ἀναγεννήθηκες.

Κι ἄν καμιά φορά βρεθεῖς σέ ξένη πόλη, ὅποια καί ἄν εἶναι, νά μή ρωτᾶς ἁπλῶς ποῦ εἶναι ὁ Ναός -γιατί καί οἱ ἄλλοι ἀσεβεῖς αἱρετικοί τολμοῦν νά ἀποκαλοῦν τίς σπηλιές τους Ναούς- οὔτε νά ρωτᾶς ἁπλῶς ποῦ εἶναι ἡ ᾿Εκκλησία, ἀλλά νά ζητᾶς νά μάθεις «ποῦ βρίσκεται ἡ Καθολική ᾿Εκκλησία»18. Γιατί αὐτό εἶναι τό ἰδιαίτερο ὄνομα πού χαρακτηρίζει αὐτήν τήν ῾Αγία Μητέρα ὅλων μας, ἡ ῾Οποία εἶναι Νύμφη τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Μονογενοῦς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. ῾Ο ἀπόστολος Παῦλος λέει στήν πρός ᾿Εφεσίους ἐπιστολή του· «Καθώς καί ὁ Χριστός ἀγάπησε τήν ᾿Εκκλησία καί παρέδωσε τόν ῾Εαυτό Του γιά χάρη της» (᾿Εφεσ. 5, 25) καί ὅλα τά παρακάτω. ῾Η ᾿Εκκλησία εἶναι τύπος καί ὁμοίωμα τῆς ἄνω ῾Ιερουσαλήμ, «ἡ ὁποία εἶναι ἐλεύθερη καί μητέρα ὅλων μας» (πρβλ. Γαλ. 4, 26). Εἶναι ᾿Εκείνη πού «προηγουμένως ἦταν στείρα, τώρα ὅμως εἶναι πολύτεκνη» (πρβλ. Γαλ. 4, 27).





ΚΖ´ . ῾Η πρώτη ἐκκλησία τῶν ᾿Ιουδαίων ἔχασε τή Χάρη. Στή δεύτερη ὅμως ᾿Εκκλησία, τήν Καθολική, ὅπως ἐξηγήσαμε τόν ὅρο αὐτό στή σημερινή Κατήχηση, καθώς μᾶς λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ Θεός «ἄλλους μέν τούς τοποθέτησε στήν ᾿Εκκλησία πρῶτον ᾿Αποστόλους, δεύτερον Προφῆτες, τρίτον Διδασκάλους. ῎Επειτα ἄλλους τούς ἔθεσε νά κάνουν κάθε εἴδους θαύματα, ἄλλους νά ἔχουν χαρίσματα θεραπειῶν, χαρίσματα προστασίας τῶν ὀρφανῶν, τῶν χηρῶν, τῶν πτωχῶν, τῶν παντός εἴδους ἀσθενῶν· χαρίσματα κυβερνήσεως καί διοικήσεως στήν ᾿Εκκλησία· χαρίσματα διαφόρων γλωσσῶν» (Α´ Κορ. 12, 28). ᾿Ακόμα ὁ Θεός χάρισε στήν ᾿Εκκλησία Του κάθε ἀρετή· σοφία καί σύνεση, σωφροσύνη καί δικαιοσύνη, ἐλεημοσύνη καί φιλανθρωπία, ὑπομονή καί ἀδάμαστη καρτερικότητα στούς διωγμούς. Αὐτή λοιπόν ἡ ᾿Εκκλησία «μέ τά ὅπλα τῆς δικαιοσύνης τά ἐπιθετικά καί τά ἀμυντικά, δοκιμάζοντας δόξα καί ἀτίμωση» (Β´ Κορ. 6, 7-8), παλιότερα στούς καιρούς τῶν διωγμῶν καί τῶν θλίψεων, στεφάνωσε μέ τά πολυάνθιστα στεφάνια ὑπομονῆς τούς ἁγίους Μάρτυρες καί τώρα, στούς καιρούς τῆς εἰρήνης, μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπολαμβάνει τήν τιμή, πού τῆς πρέπει, ἀπό βασιλεῖς καί ἄρχοντες καί ἀπό ἀνθρώπους κάθε καταγωγῆς καί προελεύσεως. Οἱ βασιλεῖς ἐξουσιάζουν τό λαό μιᾶς μονάχα περιοχῆς πού διοικοῦν19. Καί μονάχα ἡ ῾Αγία, Καθολική ᾿Εκκλησία ἔχει ἀπεριόριστη δύναμη καί ἐξουσία σ᾿ ὁλόκληρη τήν οἰκουμένη. Γιατί, σύμφωνα μέ αὐτό πού γράφει ὁ Ψαλμωδός «ὁ Θεός ἔθεσε στά σύνορά σου εἰρήνη» (πρβλ. Ψαλμ. 147, 3). Γι᾿ αὐτήν τήν ᾿Εκκλησία, ἄν ἤθελα νά τά πῶ ὅλα, θά χρειαζόμουν πολύ περισσότερες ὧρες, γιά νά τά διηγηθῶ20.



ΚΗ´ . Στούς κόλπους αὐτῆς τῆς ῾Αγίας, Καθολικῆς ᾿Εκκλησίας, ἔχοντας τή σωστή διδασκαλία καί τή σωστή ζωή, θά κληρονομήσουμε τή Βασιλεία τῶν οὐρανῶν καί τήν αἰώνια ζωή, γιά τήν ὁποία κάνουμε τά πάντα, ὥστε νά τήν ἀπολαύσουμε, χαρισμένη σέ μᾶς ἀπό τόν Κύριο καί χορηγό αὐτῆς. Γιατί ὁ σκοπός μας δέν ἀποβλέπει σέ μικρά πράγματα, ἀλλά ἡ φροντίδα κι ὁ ἀγώνας μας γίνεται γιά τήν ἀπόλαυση τῆς αἰώνιας ζωῆς. Γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς καί στό Σύμβολο τῆς Πίστεως, μετά ἀπό τό σημεῖο ἐκεῖνο πού ἀναφέρεται στήν ἀνάσταση τῶν σωμάτων, γιά τήν ὁποία ἔχουμε ἤδη μιλήσει, διδασκόμαστε νά πιστεύουμε καί στήν αἰώνια ζωή, γιά τήν ὁποία ἀγωνιζόμαστε ἐμεῖς οἱ χριστιανοί.



ΚΘ´ . ῾Η πραγματική καί ἀληθινή ζωή εἶναι ὁ Πατέρας, ὁ ῾Οποῖος διά τοῦ Υἱοῦ καί «ἐν ῾Αγίῳ Πνεύματι», σάν ἀπό μιά αἰώνια καί ἀστείρευτη πηγή, ἀδιάκοπα, ἀναβρύει καί παρέχει ὅλες τίς ἐπουράνιες δωρεές στόν κόσμο τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς αἰωνιότητας. Καί ἀπό τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ ἔχει δοθεῖ καί σ᾿ ἐμᾶς τούς ἀνθρώπους ἡ ἀψευδής ὑπόσχεση γιά τήν ἀπόλαυση τῶν ἐπουρανίων αὐτῶν δωρεῶν τῆς αἰώνιας ζωῆς. Δέν εἶναι δυνατόν νά μήν πιστέψουμε σ᾿ αὐτό. Πρέπει νά πιστεύουμε, ὄχι γιατί ἐμπιστευόμαστε στίς ἀσθενικές δυνάμεις μας, ἀλλά γιατί ἐλπίζουμε στή δύναμη ᾿Εκείνου. «Γιατί ὅλα εἶναι δυνατά στόν Θεό» (πρβλ. Ματθ. 19, 26). Καί γιά τό ὅτι αὐτό εἶναι δυνατόν καί ὅτι προσδοκοῦμε καί περιμένουμε νά ζήσουμε αἰώνια, λέει ὁ προφήτης Δανιήλ: «Καί πολλοί δίκαιοι θά εἶναι σάν τ᾿ ἀστέρια στούς αἰῶνες καί πέρα τῶν αἰώνων» (Δαν. 12, 3). Καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος λέει· «Καί ἔτσι πάντοτε θά εἴμαστε μαζί μέ τόν Κύριο» (Α´ Θεσ. 4, 17). Αὐτό τό «θά εἴμαστε πάντοτε μαζί μέ τόν Κύριο», ὑπονοεῖ τήν αἰώνια ζωή. Ξεκάθαρα ἐπίσης μᾶς λέει καί ὁ Σωτήρας μας στά Εὐαγγέλια: «Καί θά πᾶνε αὐτοί στήν αἰώνια κόλαση καί οἱ δίκαιοι στήν αἰώνια ζωή» (Ματθ. 25, 46).



Λ´ . ῾Υπάρχουν πολλές ἀποδείξεις γιά τήν αἰώνια ζωή. Σέ ὅσους δέ ἀπό μᾶς ἐπιθυμοῦν ν᾿ ἀποκτήσουν αὐτή τήν αἰώνια ζωή, τά βιβλία τῆς Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης μᾶς ὑποδεικνύουν τούς τρόπους, μέ τούς ὁποίους μποροῦμε νά τήν ἀποκτήσουμε21. Γι᾿ αὐτούς τούς τρόπους -ἐπειδή δέν θέλω νά δώσω ἔκταση στήν ὁμιλία μου- θά παραθέσουμε λίγες μονάχα μαρτυρίες, ἀφήνοντας τίς ἄλλες νά τίς μελετήσουν μέ λεπτομέρειες ὅσοι διαθέτουν τήν ἀνάλογη προθυμία. ῎Αλλοτε μᾶς λέει ἡ ἁγία Γραφή ὅτι θά ἀποκτήσουμε τήν αἰώνια ζωή, «διά τῆς πίστεως». ᾿Επειδή εἶναι γραμμένο: «᾿Εκεῖνος πού πιστεύει στόν Υἱό θά ἔχει αἰώνια ζωή» (᾿Ιωάν. 3, 36) κ.τ.λ. Καί ἀλλοῦ λέει ὁ ἴδιος Εὐαγγελιστής: «᾿Αληθινά σᾶς λέω, ὅτι αὐτός πού ἀκούει τό λόγο μου καί πιστεύει σ᾿ ᾿Εκεῖνον πού μέ ἔχει ἀποστείλει, θά ἔχει αἰώνια ζωή» (᾿Ιωάν. 5, 24) καί τά ὑπόλοιπα. ᾿Αλλοῦ πάλι μᾶς λέει ἡ ἁγία Γραφή ὅτι θά ἀποκτήσουμε τήν αἰώνια ζωή διά τοῦ κηρύγματος τοῦ Εὐαγγελίου. Γιατί λέει τό ἱερό Εὐαγγέλιο: «Κι ἐκεῖνος πού θερίζει παίρνει μισθό καί συγκεντρώνει καρπό στήν αἰώνια ζωή» (᾿Ιωάν. 4, 36). Κι ἄλλοτε πάλι ἡ ἁγία Γραφή μᾶς ὑποδεικνύει τό δρόμο τοῦ μαρτυρίου καί τῆς «ἐν Χριστῷ» ὁμολογίας, καί μᾶς λέει: «᾿Εκεῖνος πού μισεῖ σ᾿ αὐτόν ἐδῶ τόν κόσμο τή ζωή του, θά τή διαφυλάξει στήν αἰώνια ζωή» (᾿Ιωάν. 12, 25). Κι ἀλλοῦ πάλι, πάνω στό θέμα τοῦ ὅτι πρέπει νά προτιμᾶμε περισσότερο ἀπό τά χρήματα καί τούς συγγενεῖς τόν Χριστό, λέει: «῞Οποιος ἄφησε ἀδελφούς ἤ ἀδελφές» (Ματθ. 19, 29) κ.τ.λ., «θά κληρονομήσει τήν αἰώνια ζωή». ῎Αλλο τρόπο πού μᾶς προτείνει ἡ ἁγία Γραφή, γιά νά ἀποκτήσουμε τήν αἰώνια ζωή, εἶναι ἡ τήρηση τῶν ἐντολῶν. Δηλαδή, «νά μή μοιχεύσεις, νά μήν κλέψεις» καί τά ὑπόλοιπα (πρβλ. Ματθ. 19, 18). Γιατί ἔτσι ἀπάντησε ὁ Χριστός σ᾿ ἐκεῖνον πού Τόν πλησίασε καί τοῦ εἶπε: «Διδάσκαλέ μου καλέ, τί νά κάνω γιά νά κληρονομήσω τήν αἰώνια ζωή;» (πρβλ. Ματθ. 19, 16). ᾿Ακόμα ἡ ἁγία Γραφή μᾶς ὑποδεικνύει τήν ἐγκατάλειψη τῶν ἁμαρτωλῶν πράξεων καί τή συνέχιση τῆς ζωῆς μας κάτω ἀπό τή διακονία καί τήν τήρηση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Γιατί ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς λέει: «Τώρα πιά, πού ἔχετε ἐλευθερωθεῖ ἀπό τήν ἁμαρτία καί ἔχετε ὑποδουλωθεῖ στήν ἀγάπη καί στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, θά συνάξετε ὡς καρπό τῶν κόπων σας τόν ἁγιασμό καί κατάληξή σας θά εἶναι ἡ αἰώνια ζωή» (Ρωμ. 6, 22).



ΛΑ´ . ῾Υπάρχουν ὅπως εἶπα, πολλοί τρόποι γιά ν᾿ ἀποκτήσει κανείς τήν αἰώνια ζωή, ἀπό τούς ὁποίους παράλειψα νά σᾶς ἀναφέρω τούς περισσότερους, ἀκριβῶς ἐπειδή εἶναι τόσοι πολλοί. Διότι ὁ Κύριος, ὄντας φιλάνθρωπος, ἄνοιξε ὄχι μιά, οὔτε δυό, ἀλλά πάρα πολλές πόρτες22, γιά νά μπορέσουν ὅλοι νά μποῦν ἀνεμπόδιστα -τουλάχιστον ἀπό τήν πλευρά τοῦ Θεοῦ- καί νά τήν ἀπολαύσουν. ῞Ολα αὐτά, τά σχετικά μέ τήν αἰώνια ζωή, σᾶς τά ἐκθέσαμε μέ συνοπτικό λόγο, ἀλλά μέ σαφήνεια καί πληρότητα, σύμφωνα μέ τή σπουδαιότητα τοῦ θέματος, γιατί αὐτή ἡ διδασκαλία γιά τήν αἰώνια ζωή εἶναι καί τό τελευταῖο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως καί ὁ τελικός στόχος τῆς πίστεως πού περιέχεται σέ ὁλόκληρο τό Σύμβολο τῆς Πίστεως. Αὐτήν, εἴθε ὅλοι μας, καί ἐμεῖς πού σᾶς διδάσκουμε καί ἐσεῖς πού μᾶς ἀκοῦτε, ν᾿ ἀξιωθοῦμε μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ, νά ἀπολαύσουμε.



ΛΒ´ . Καί τώρα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, μιά καί εἶχα τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ νά σᾶς διδάξω αὐτές τίς Κατηχήσεις, σᾶς παρακαλῶ νά ἑτοιμάζετε τήν ψυχή σας νά δεχτεῖ ὅλα αὐτά τά ἐπουράνια χαρίσματα. Καί γιά μέν τήν ἁγία καί ἀποστολική πίστη πού σᾶς παραδώσαμε, γιά νά γίνει κτῆμα σας καί γιά νά εἴσαστε σέ θέση νά τήν ὁμολογεῖτε μέ τή Χάρη τοῦ Κυρίου, κάναμε ὅσες διδασκαλίες μπορούσαμε, ὅλες αὐτές τίς ἡμέρες τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς πού πέρασαν. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ἔπρεπε νά ποῦμε μόνο ὅσα εἴπαμε. Εἶναι πολλά αὐτά πού παραλείψαμε καί τά ὁποῖα ἴσως πιό καλοί διδάσκαλοι θά τά κατανοοῦσαν καί θά τά ἀπέδιδαν ἐπιτυχέστερα23. Τώρα ὅμως πού πλησιάζει ἡ ἁγία ἡμέρα τοῦ Πάσχα καί ἡ ἀγάπη σας θά λάβει τό θεῖο φωτισμό, ἑνωμένοι μέ τόν Χριστό μέσω τοῦ λουτροῦ τῆς παλιγγενεσίας, δηλαδή τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος, θά διδαχτεῖτε πάλι, ἄν θέλει ὁ Θεός, ὅσα πρέπει νά γνωρίζετε ὡς χριστιανοί. Δηλαδή θά διδαχτεῖτε, μέ πόση τάξη καί εὐσέβεια θά πρέπει, ὅταν σᾶς καλέσει ὁ λειτουργός, νά πλησιάσετε καί νά μπεῖτε στό Βαπτιστήριο, ποιά εἶναι ἡ σκοπιμότητα καί ἡ θεολογική σημασία κάθε τελετουργικῆς πράξεως καί κινήσεως πού θά λάβει χώρα, κατά τή διάρκεια τοῦ Μυστηρίου τοῦ Βαπτίσματος. Κι ἀκόμα μέ πόση εὐλάβεια θά πρέπει νά προσερχόσαστε, μετά τό Βάπτισμα, στό ἅγιο θυσιαστήριο τοῦ Θεοῦ, γιά νά ἀπολαύσετε τῶν ἐπουρανίων καί πνευματικῶν Μυστηρίων, πού βρίσκονται ἐκεῖ. ῎Ετσι ὥστε ἡ ψυχή σας, μέ τή διδασκαλία, νά διαφωτιστεῖ ἀπό πρίν, πάνω στό μέγεθος τοῦ καθενός ἀπό τά χαρίσματα πού θά σᾶς δοθοῦν ὡς δωρεά ἀπό τόν Θεό.



ΛΓ´ . Μετά ἀπό τήν ἁγία καί σωτήρια ἡμέρα τοῦ Πάσχα ἀμέσως, ἀπό τή Δευτέρα τῆς Διακαινησίμου, κάθε ἡμέρα καί γιά ὅλη τήν ἑβδομάδα, ἀφοῦ μετά τή Θεία Λειτουργία ἔρθετε στόν ἅγιο αὐτό τόπο τῆς ᾿Αναστάσεως, ἄν θέλει ὁ Θεός, θά ἀκούσετε ἄλλες Κατηχήσεις. Σ᾿ αὐτές τίς Κατηχήσεις θά διδαχτεῖτε πάλι, ὥστε νά πληροφορηθεῖτε γιά ποιό λόγο καί μέ ποιό σκοπό ἔχει γίνει κάθε τελετουργική μυστηριακή κίνηση καί νά πάρετε τίς σχετικές μαρτυρίες-ἀποδείξεις ἀπό τήν Παλαιά καί Καινή Διαθήκη. Καί πρῶτα-πρῶτα θά σᾶς μιλήσουμε γιά ὅσα γίνονται ἀμέσως πρίν ἀπό τό Βάπτισμα. Κατόπιν θά μάθετε πῶς ὁ Κύριος σᾶς χάρισε τήν πλήρη κάθαρση ἀπό τίς ἁμαρτίες σας, μέ τό λουτρό τοῦ ὕδατος καί μέ τή ρηματική ἐπίκληση τῆς Χάρης τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος (πρβλ. ᾿Εφεσ. 5, 26). ᾿Ακόμα, πῶς μέ τήν ἱερολογία τῶν Μυστηρίων τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος πήρατε τό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καί πῶς σᾶς δόθηκε ἡ σφραγίδα τῆς κοινωνίας τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Θά διδαχτεῖτε ἀκόμα καί γιά τά ῎Αχραντα Μυστήρια τά ὁποῖα λειτουργοῦνται στό θυσιαστήριο τῆς Καινῆς Διαθήκης ἀπό τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό, πού πρῶτος καί Μόνος τά λειτούργησε σ᾿ αὐτήν ἐδῶ τήν Πόλη24. Θά διδαχτεῖτε δηλαδή πῶς ἀκριβῶς μᾶς τά ἔχουν παραδώσει οἱ ἅγιες Γραφές, ποιά εἶναι ἡ δύναμή τους καί πῶς καί πότε πρέπει νά προσέρχεται κανείς σ᾿ αὐτά. Τέλος, θά διδαχτεῖτε πῶς πρέπει, στήν παρούσα ζωή, μέ λόγια καί ἔργα ἄξια τῆς Χάρης πού δεχτήκατε, νά συναναστρεφόσαστε, ὥστε νά ἀξιωθεῖτε νά ἀπολαύσετε καί τήν αἰώνια ζωή. Αὐτά λοιπόν, ἄν θέλει ὁ Θεός, θά σᾶς λεχθοῦν ἀργότερα.



ΛΔ´ . Λοιπόν, ἀδελφοί μου, νά χαιρόσαστε πάντοτε, μέ τή χαρά τοῦ Κυρίου. Θά σᾶς τό ξαναπῶ: Νά χαιρόσαστε (πρβλ. Φιλιπ. 3, 1 καί 4, 4). Γιατί ἔφτασε ἡ ὥρα τῆς ἀπολύτρωσής σας (πρβλ. Λουκ. 21, 28) καί ὁ ἐπουράνιος στρατός τῶν ᾿Αγγέλων ἀναμένει τή σωτηρία σας. ᾿Ακούγεται ἤδη ἡ φωνή πού κράζει δυνατά στήν ἔρημο: «῾Ετοιμάστε τήν ὁδό τοῦ Κυρίου» (῾Ησ. 40, 3. Ματθ. 3, 3). ῾Ο προφήτης ῾Ησαΐας κραυγάζει: «῞Οσοι διψᾶτε πορευτεῖτε πρός τό νερό» (῾Ησ. 55, 1). Κι ἀλλοῦ πάλι· «᾿Ακοῦστε με καί θά ἀπολαύσετε τά ἀγαθά καί θά εὐφρανθεῖ μέσα στά ἀγαθά ἡ ψυχή σας» (῾Ησ. 55, 2). Σέ λίγο θά ἀκούσετε τήν ὡραία ἀνάγνωση ἀπό τό ἐδάφιο πού θά λέει: «Φωτίσου νέα ῾Ιερουσαλήμ, γιατί ἔφτασε κοντά σου τό φῶς» (πρβλ. ῾Ησ. 60, 1). Γι᾿ αὐτή τή νέα ῾Ιερουσαλήμ ὁ προφήτης ῾Ησαΐας εἶχε πεῖ: «Μετά ἀπό αὐτά θά ὀνομαστεῖς πόλη δικαιοσύνης, μητρόπολη πιστή Σιών» (῾Ησ. 1, 26), ἐπειδή ὁ νόμος προῆλθε ἀπό τή Σιών καί ὁ λόγος τοῦ Κυρίου ἀπό τήν ῾Ιερουσαλήμ, ὁ ὁποῖος ἀπό ἐδῶ ξεχύθηκε σέ ὅλη τήν οἰκουμένη.

Σ᾿ αὐτήν ἀπευθύνθηκε ὁ προφήτης ῾Ησαΐας καί γιά σᾶς τῆς εἶπε: «Σήκωσε ὁλόγυρα τά μάτια σου καί κύτταξε τά παιδιά σου πού εἶναι συναγμένα» (῾Ησ. 49, 18). Κι αὐτή ἀποκρίθηκε καί εἶπε: «Ποιοί ξέρουν νά πετοῦν ψηλά, πάνω ἀπό μένα, σάν τά σύννεφα καί σάν τά περιστέρια μέ τά μικρά τους;» (῾Ησ. 60, 8). Σύννεφα σᾶς ὀνόμασε γιά τήν πνευματική σας ζωή καί περιστέρια γιά τήν ἀκεραιότητά σας. Καί ἀλλοῦ πάλι λέει: «Ποιός ξέρει ἀπ᾿ αὐτά; ῎Η ποιός ἔχει δεῖ παρόμοια; Μήπως καί δοκίμασε, γιά μιά μονάχα ἡμέρα, ἡ γῆ ὠδίνες τοκετοῦ ἤ μήπως γεννήθηκε κάποιο ἔθνος μονομιᾶς; Διότι δοκίμασε ὠδίνες τοκετοῦ καί γέννησε ἡ Σιών τά παιδιά της» (῾Ησ. 66, 8). Καί θά γεμίσουν ὅλα ἀνεκλάλητη χαρά, γιατί ὁ Κύριος εἶπε: «Νά, θά κάνω ἐγώ ν᾿ ἀγαλλιάσει ἡ ῾Ιερουσαλήμ καί νά εὐφρανθεῖ ὁ λαός μου» (῾Ησ. 65, 18).







ΛΕ´ . ῎Ας δώσει ὁ Θεός νά εἰπωθεῖ καί γιά σᾶς τώρα: «Γεμίστε εὐφροσύνη οὐρανοί κι ἄς ἀγαλλιάσει ὅλη ἡ γῆ» (῾Ησ. 49, 13) καί στή συνέχεια: «῾Ο Θεός ἐλέησε τό λαό Του καί παρηγόρησε τούς ταπεινούς τοῦ λαοῦ Του» (῾Ησ. 49, 13). Αὐτά ὅλα θά σᾶς χαριστοῦν ἀπό τή φιλανθρωπία τοῦ Θεοῦ πού σᾶς ὑπόσχεται: «᾿Εγώ θά ἐξαφανίσω σάν σύννεφο τίς ἀνομίες σου καί σάν ὀμίχλη τίς ἁμαρτίες σου» (πρβλ. ῾Ησ. 44, 22). Κι ἐσεῖς, ἀφοῦ θά ἀξιωθεῖτε νά πάρετε τό ὄνομα τῶν πιστῶν —γιά τούς ὁποίους εἶναι γραμμένο στήν ἁγία Γραφή· σ᾿ αὐτούς πού θά δουλεύσουν σέ μένα θά τούς χαριστεῖ καινούριο ὄνομα, τό ὁποῖο θά εὐλογηθεῖ πάνω στή γῆ (πρβλ. ῾Ησ. 65, 15-16)— θά πεῖτε μέ εὐφροσύνη: «῎Ας εἶναι εὐλογητός ὁ Θεός καί Πατέρας τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ᾿Εκεῖνος πού μᾶς χάρισε διά τοῦ Χριστοῦ κάθε πνευματική καί ἐπουράνια εὐλογία» (᾿Εφεσ. 1, 3). «᾿Από τόν ῾Οποῖο δεχτήκαμε τήν ἀπελευθέρωσή μας, μέ τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν, μέ τήν πλούσια Χάρη Του, πού σκόρπισε σέ μᾶς περίσσια» (᾿Εφεσ. 1, 7-8) κ.τ.λ. Καί ἀλλοῦ πάλι λέει: «῾Ο Θεός ὅμως, ἐπειδή εἶναι πολυέλεος καί πολυεύσπλαχνος, μᾶς ἀγάπησε μέ ἀπέραντη ἀγάπη. Κι ἐνῶ ἤμαστε πνευματικά νεκροί, ἐξαιτίας τῶν παραπτωμάτων μας, μᾶς ξανάδωσε τή ζωή μαζί μέ τόν Χριστό» (᾿Εφεσ. 2, 4-5) κ.τ.λ. Καί πάλι, ψάλτε παρόμοιο ὕμνο στόν Θεό, λέγοντας: «῞Οταν ὁ Θεός, ὁ Σωτήρας μας, φανέρωσε τήν καλοσύνη καί τήν ἀγάπη Του στούς ἀνθρώπους, μᾶς ἔσωσε, ὄχι γιά τά καλά ἔργα πού τυχόν κάναμε ἐμεῖς, ἀλλά γιατί μᾶς σπλαχνίστηκε. Μᾶς ἔσωσε μέ τό Βάπτισμα τῆς ἀναγέννησης καί τῆς ἀνανέωσης πού χαρίζει τό ῞Αγιο Πνεῦμα, τό ῾Οποῖο σκόρπισε πλούσια πάνω μας διά τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, τοῦ Σωτήρα μας γιά νά δικαιωθοῦμε μέ τή δική Του Χάρη καί νά κληρονομήσουμε τήν αἰώνια ζωή πού προσδοκοῦμε» (Τίτ. 3, 4-7).

Αὐτός λοιπόν, «ὁ Θεός καί Πατέρας τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, ὁ Πατέρας τῆς δόξας, ἄς σᾶς χαρίσει πνεῦμα σοφίας, πού θά σᾶς ἀποκαλύψει πῶς νά Τόν γνωρίσετε ἀκόμα καλύτερα. Κι ἄς φωτίζει τά πνευματικά μάτια τῆς ψυχῆς σας» (πρβλ. ᾿Εφεσ. 1, 16-17). Καί ἄς σᾶς διαφυλάξει σ᾿ ὅλη σας τή ζωή, χαρίζοντάς σας τή δύναμη καί τό φωτισμό γιά κάθε λόγο, ἔργο καί λογισμό ἀγαθό. Σ᾿ Αὐτόν ἀνήκει, τιμή καί δόξα, διά τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, μαζί μέ τό ῞Αγιο Πνεῦμα, τώρα καί πάντοτε καί στούς ἀτέλειωτους αἰῶνες τῶν αἰώνων. ᾿Αμήν.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου